RFM: Ένας νέος τρόπος μέτρησης της μάζας του σώματος!
Ξεχάστε τον πολυ... φορεμένο Δείκτη Μάζας Σώματος (γνωστό και ως BMI)! Αποδείχτηκε ανεπαρκής και γι’ αυτό οι επιστήμονες βρήκαν έναν νέο τρόπο να μετρούν καλύτερα το λίπος στο σώμα μας!
Αν και ο Δείκτης Μάζας Σώματος χρησιμοποιείται εδώ και δεκαετίες, μεγάλη μερίδα του ιατρικού κόσμου τον θεωρεί αναξιόπιστο, καθώς δεν λαμβάνει υπόψη το φύλο (οι γυναίκες φυσιολογικά έχουν περισσότερο λιπώδη ιστό από τους άνδρες) αλλά και δεν κάνει διαχωρισμό του λιπώδους ιστού, της μυϊκής και της οστικής μάζας. Ήρθε η ώρα, λοιπόν, να αντικατασταθεί από έναν νέο δείκτη που ονομάζεται Δείκτης Σχετικής Λιπώδους Μάζας (Relative Fat Mass, RFM) και είναι ο λόγος του ύψους προς την περίμετρο της μέσης. Ο νέος αυτός δείκτης προβλέπει καλύτερα το ποσοστό συνολικού λίπους στο σώμα ανδρών και γυναικών και δίνει πιο ακριβείς κατηγορίες παχυσαρκίας ώστε να κατατάσσονται οι ασθενείς και των δύο φύλων αλλά και όλων των εθνικοτήτων.
“Ο ΒΜΙ χρησιμοποιείται ευρύτατα για τον προσδιορισμό του λίπους στο σώμα παρόλο που είναι ελάχιστα αξιόπιστος. Παρόλα αυτά, θέλαμε να αναπτύξουμε μια πιο αξιόπιστη, απλή και οικονομική μέθοδο αξιολόγησης του ποσοστού λίπους στο σώμα που να μην απαιτεί τη χρήση ειδικού εξοπλισμού” εξηγούν οι επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας, Dr Orison Woolcott και Dr Richard Bergman, από το Ερευνητικό Κέντρο Sports Spectacular Diabetes and Obesity Wellness του Cedars-Sinai στο Λος Άντζελες.
Οι ερευνητές μελέτησαν περισσότερους από 300 διαφορετικούς δείκτες υπολογισμού του σωματικού λίπους, χρησιμοποιώντας μια βάση δεδομένων για 12.000 ενήλικες που συμμετείχαν σε έρευνα του αμερικανικού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων από το 1999 μέχρι το 2004. Σε δεύτερη φάση, υπολόγισαν τη σχετική λιπώδη μάζα 3.500 ανθρώπων και συνέκριναν τα αποτελέσματά τους με αυτά της εξέτασης DXA, η οποία θεωρείται μία από τις πιο αξιόπιστες για τη μέτρηση του σωματικού λίπους, καθώς και της οστικής και μυϊκής μάζας. Από όλους τους υπό μελέτη δείκτες, τα αποτελέσματα του RFM φάνηκε να βρίσκονται πιο κοντά σε αυτά της εξέτασης DXA, σύμφωνα με τα ευρήματα που δημοσίευσαν οι δύο οι ερευνητές στην επιθεώρηση Scientific Reports.
Οι... αντιρρήσεις!
Όπως είναι φυσικό, υπάρχουν και ιατρικές γνώμες που δεν συμφωνούν με το νέο δείκτη. Ο ειδικός για την παχυσαρκία Dr Lee Kaplan, Διευθυντής του Ινστιτούτου Παχυσαρκίας, Μεταβολισμού και Διατροφής του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης στη Βοστώνη δήλωσε στο περιοδικό Medscape Medical News ότι παρόλο που ο νέος δείκτης RFM ίσως αποδειχτεί χρήσιμος ως ερευνητικό εργαλείο, αμφιβάλλει αν θα είναι πιο χρήσιμος από τον BMI στην κλινική πρακτική. Σημείωσε ότι παρόλο που ο BMI ταυτοποιούσε τους παχύσαρκους ασθενείς οι κλινικοί ιατροί πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους τις επιπτώσεις που το υπερβάλλον βάρος έχει στην υγεία του ασθενή, κάτι που ούτε ο BMI ούτε ο RMF κάνουν. “Ως κλινικός γιατρός αυτό που θέλω να γνωρίζω είναι την κλινική επίπτωση της παχυσαρκίας. Αυτό με ενδιαφέρει”, υποστήριξε ο Kaplan. Επομένως τα ερωτηματικά γύρω από τον παλιό και το νέο δείκτη είναι: ένας υψηλότερος RFM συνδέεται με μεγαλύτερα προβλήματα υγείας; Την ίδια ερώτηση θέτουν οι γιατροί και για τον BMI. “Το γεγονός ότι ο RMF είναι πιο ξεκάθαρος στο να δίνει το συνολικό ποσοστό λίπους από ό,τι ο ΒΜΙ σε άνδρες και γυναίκες είναι ενδιαφέρον, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι στην πράξη είναι και σημαντικό”, υποστήριξε ο Kaplan.
Με άλλα λόγια, αυτό που ζητούν οι γιατροί που αντιμετωπίζουν στην πράξη την παχυσαρκία είναι ένας δείκτης που να προβλέπει το ποσοστό κινδύνου να νοσήσει ο παχύσαρκος από σοβαρές ασθένειες όπως ο διαβήτης ή η καρδιοπάθεια, παρά εργαλεία που να τους δείχνουν το προφανές, δηλαδή ότι ο ασθενής τους έχει παραπάνω κιλά!