Η α-εμβρυϊκή πρωτεΐνη (AFP), τύπος L3 χρησιμοποιείται για την εκτίμηση του κινδύνου ηπατοκυτταρικού καρκινώματος, τη διάγνωση ηπατοκυτταρικού καρκινώματος, την αξιολόγηση της πρόγνωσης για άτομα με ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα και την παρακολούθηση της θεραπείας σε ασθενείς με ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα.
Το ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα (HCC) είναι η πιο συχνή πρωτοπαθής κακοήθεια του ήπατος και κύρια αιτία θνησιμότητας παγκοσμίως. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες κινδύνου για ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα, συμπεριλαμβανομένης της κατανάλωσης αλκοόλ, της παχυσαρκίας και του διαβήτη, αλλά οι λοιμώξεις από ηπατίτιδα Β και C αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφία του ηπατοκυτταρικού καρκινώματος παγκοσμίως. Παγκοσμίως, το 53% του ηπατοκυτταρικού καρκινώματος αποδίδεται στον ιό της ηπατίτιδας Β (HBV) και το 25% στον ιό της ηπατίτιδας C (HCV). Η επίπτωση της νόσου είναι υψηλότερο στις ενδημικές περιοχές της λοίμωξης από HBV.
Για ασθενείς υψηλού κινδύνου για ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα, η παρακολούθηση με υπερηχογράφημα κοιλίας χρησιμοποιείται ως μέθοδος πρώτης γραμμής, ακολουθούμενη από δυναμική υπολογιστική τομογραφία ή απεικόνιση μαγνητικού συντονισμού (MRI). Οι απεικονιστικές μελέτες θα πρέπει να διεξάγονται κάθε 6 μήνες (ή 3 μήνες εάν υπάρχει ένδειξη) για την ανίχνευση του ηπατοκυτταρικού καρκινώματος. Οι περισσότερες κατευθυντήριες οδηγίες συνιστούν τις απεικονιστικές εξετάσεις με ταυτόχρονο προσδιορισμό των επιπέδων της α-φετοπρωτεΐνης (AFP) για την παρακολούθηση του ηπατοκυτταρικού καρκινώματος. Ωστόσο, η AFP μπορεί να αυξηθεί όχι μόνο στον ηπατοκυτταρικό καρκίνο, αλλά και σε άλλες καταστάσεις όπως η εγκυμοσύνη, η χρόνια φλεγμονή του ήπατος και κατά τη διάρκεια της αύξησης των ηπατικών ενζύμων. Η AFP-L3 έχει χρησιμοποιηθεί ως ο ειδικός καρκινικός δείκτης όγκου για τον ηπατοκυτταρικό καρκίνο κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών.
Περισσότερες Πληροφορίες
Η AFP είναι μια άλφα1 σφαιρίνη που περιέχει γλυκοπρωτεΐνη και τα επίπεδά της αυξάνονται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης λόγω της παραγωγής από το εμβρυϊκό ήπαρ. Τα αυξημένα επίπεδα AFP εξαφανίζονται από τον ορό εντός 3 εβδομάδων μετά τον τοκετό.
Επιπλέον, η αυξημένη AFP κατά τη διάρκεια οξείας ηπατικής βλάβης υποδεικνύει ενεργή αναγέννηση των ηπατικών κυττάρων. Μελέτες που έγιναν πριν και μετά από πειράματα μερικής ηπατεκτομής σε ζώα, έδειξαν ότι ο πολλαπλασιασμός των ηπατοκυττάρων σχετίζεται με την παραγωγή α- φετοπρωτεΐνης.
Η AFP είναι μια γλυκοζυλιωμένη πρωτεΐνη και βασίζεται στην ικανότητα πρόσδεσής της στη λεκτίνη Lens Culinaris Agglutinin (LCA) και η ολική AFP μπορεί να διαχωριστεί σε τρεις διαφορετικές γλυκομορφές, AFP-L1, AFP-L2 και AFP-L3. Η AFP-L1 δεν δεσμεύει την LCA και είναι η κύρια γλυκομορφή που παράγεται από μη κακοήθη ηπατοκύτταρα σε ασθενείς με χρόνια λοίμωξη από ηπατίτιδα Β (CHB) ή κίρρωση. Η AFP-L2 έχει ενδιάμεση συγγένεια σύνδεσης με την LCA και παράγεται από όγκους του λεκιθικού σάκου και μπορεί να ανιχνευθεί στον μητρικό ορό κατά τη διάρκεια της φυσιολογικής εγκυμοσύνης. Η AFP-L3 δεσμεύει την LCA και παράγεται από κακοήθη ηπατοκύτταρα. Η τιμή αναφοράς για το L3 κλάσμα είναι μικρότερη από 10%. Οι ασθενείς με τιμή AFP-L3 > 10% έχουν πιθανόν ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα και μάλιστα πιο επιθετικές μορφές, καθώς τα κύτταρα HCC που παράγουν περισσότερη AFP-L3 έχει βρεθεί ότι έχουν τάση για πρώιμη αγγειακή εισβολή και ενδοηπατική μετάσταση.
Η AFP-L3 μπορεί να ανιχνευθεί στον ορό περίπου του 35% των ασθενών με μικρό HCC (< 2 cm). Το AFP-L3-θετικό HCC έχει την ικανότητα για ταχεία ανάπτυξη και πρώιμη μετάσταση. Σε σύγκριση με τις τεχνικές απεικόνισης, η μέτρηση της AFP-L3 έχει αποδειχθεί ότι προηγείται κατά 9-12 μήνες στην αναγνώριση του HCC. Η συνδυασμένη ευαισθησία της AFP-L3 για το ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα είναι 56%, με ειδικότητα >95%.
Η μέτρηση της AFP-L3 θα πρέπει να χρησιμοποιείται συμπληρωματικά σε συνδυασμό με άλλες διαγνωστικές εξετάσεις, όπως υπερηχογράφημα, αξονικές τομογραφίες ή μαγνητική τομογραφία, για να βοηθήσει στη διάγνωση του καρκίνου του ήπατος και στην παρακολούθηση της εξέλιξης ή της ανταπόκρισής του στη θεραπεία.
Ερμηνεία
Τα άτομα με αυξημένη AFP-L3 στον ορό, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης ηπατοκυτταρικού καρκινώματος. Τα επίπεδα AFP και AFP-L3 μειώνονται σε φυσιολογικά επίπεδα μετά από αποτελεσματική θεραπεία. Τα αυξανόμενα επίπεδα υποδηλώνουν εξέλιξη της νόσου ή υποτροπή.
Προειδοποιήσεις
- Δεν εκκρίνουν όλοι οι καρκίνοι του ήπατος AFP ή AFP-L3. Αυτοί οι βιοδείκτες μπορεί να είναι αυξημένοι σε άτομα με όγκους γεννητικών κυττάρων και άλλους καρκίνους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων του γαστρεντερικού, των χοληφόρων οδών, του πνεύμονα, του παγκρέατος και των όρχεων.
- Η AFP μπορεί επίσης να είναι αυξημένη σε άτομα με ιογενείς λοιμώξεις ή νοσήματα του ήπατος εκτός από ηπατοκυτταρικό καρκίνο, σε έγκυες και σε παιδιά ηλικίας κάτω των 18 μηνών.
- Τα αποτελέσματα θα πρέπει να ερμηνεύονται σε συνδυασμό με άλλα εργαστηριακά και κλινικά ευρήματα.