URL path: Αρχική σελίδα // Ανεπάρκεια Ακυλο-CoA Αφυδρογονάσης Λιπαρών Οξέων Βραχείας Αλύσου, Γενετικός Έλεγχος

Ανεπάρκεια Ακυλο-CoA Αφυδρογονάσης Λιπαρών Οξέων Βραχείας Αλύσου, Γενετικός Έλεγχος

Η ανεπάρκεια ακυλο-CoA αφυδρογονάσης λιπαρών οξέων βραχείας αλυσίδας (SCADD) είναι μια σπάνια μεταβολική διαταραχή που επηρεάζει την ικανότητα του σώματος να διασπά ορισμένα λίπη για ενέργεια. Είναι μια αυτοσωμική υπολειπόμενη διαταραχή, που σημαίνει ότι ένα άτομο πρέπει να κληρονομήσει δύο αντίγραφα του μεταλλαγμένου γονιδίου (ACADS) - ένα από κάθε γονέα - για να αναπτύξει την πάθηση.

Ο γενετικός έλεγχος της ανεπάρκειας της ακυλο-CoA αφυδρογονάσης λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου (SCADD)  συμπεριλαμβάνεται στον Γενετικό Έλεγχο των Μονογονιδιακών Νοσημάτων της Διαγνωστικής Αθηνών μαζί με άλλα περίπου 100 κληρονομικά νοσήματα, μεταξύ των οποίων η κυστική ίνωση (71 μεταλλάξεις) και ο κληρονομικός καρκίνος του μαστού (γονίδια BRCA1 415 μεταλλάξεις & BRCA2 419 μεταλλάξεις).

Τα βασικά χαρακτηριστικά της ανεπάρκειας ακυλο-CoA αφυδρογονάσης λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου (SCADD) είναι:

  • Ενζυμική ανεπάρκεια: Η νόσος χαρακτηρίζεται από ανεπάρκεια του ενζύμου ακυλο-CoA αφυδρογονάση λιπαρών οξέων βραχείας αλυσίδας, το οποίο παίζει καθοριστικό ρόλο στη β-οξείδωση των λιπαρών οξέων. Αυτή η διαδικασία είναι απαραίτητη για τη μετατροπή των λιπών σε ενέργεια.
  • Συμπτώματα: Πολλά άτομα με ανεπάρκεια ακυλο-CoA αφυδρογονάσης λιπαρών οξέων βραχείας αλυσίδας δεν εμφανίζουν συμπτώματα και η πάθηση μπορεί να εντοπιστεί τυχαία μέσω του προσυμπτωματικού ελέγχου νεογνών ή κατά τη διάρκεια εξετάσεων για άλλα ζητήματα υγείας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα προσβεβλημένα άτομα μπορεί να εμφανίσουν μη ειδικά συμπτώματα, όπως καθυστέρηση της ανάπτυξης και υποτονία (αδύναμος μυϊκός τόνος).
  • Βιοχημικές ανωμαλίες: Οι ασθενείς με ανεπάρκεια ακυλο-CoA αφυδρογονάσης λιπαρών οξέων βραχείας αλυσίδας μπορεί να έχουν αυξημένα επίπεδα ορισμένων λιπαρών οξέων βραχείας αλυσίδας στο αίμα και τα ούρα τους (βουτυρυλοκαρνιτίνη και αιθυλομηλονικό οξύ). Αυτά τα μη φυσιολογικά επίπεδα μπορούν να ανιχνευθούν μέσω μεταβολικών εξετάσεων.
  • Γενετική βάση: Η ανεπάρκεια της ακυλο-CoA αφυδρογονάσης λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου προκαλείται από μεταλλάξεις στο γονίδιο ACADS, το οποίο παρέχει οδηγίες για την παραγωγή του ενζύμου. Οι μεταλλάξεις σε αυτό το γονίδιο έχουν ως αποτέλεσμα ένα λιγότερο λειτουργικό ένζυμο, που οδηγεί στις βιοχημικές ανωμαλίες που παρατηρούνται σε άτομα με τη νόσο.
  • Διάγνωση: Η διάγνωση γίνεται συχνά μέσω προσυμπτωματικού ελέγχου των νεογνών, ο οποίος περιλαμβάνει εξέταση μικρού δείγματος αίματος από νεογέννητο για διάφορες μεταβολικές διαταραχές. Η επιβεβαίωση της νόσου μπορεί να περιλαμβάνει πρόσθετες εξετάσεις, όπως γενετική ανάλυση και μεταβολικές εξετάσεις.
  • Θεραπεία: Ασυμπτωματικά άτομα με ανεπάρκεια της ακυλο-CoA αφυδρογονάσης λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου μπορεί να μην χρειάζονται ειδική θεραπεία. Σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν συμπτώματα ή υπάρχουν ανησυχίες για μεταβολική αντιστάθμιση σε περιόδους στρες (π.χ. ασθένεια), μπορεί να συνιστώνται προσαρμογές της διατροφής και στενή ιατρική παρακολούθηση. Αυτές οι προσαρμογές μπορεί να περιλαμβάνουν την αποφυγή παρατεταμένης νηστείας και την παροχή πηγής υδατανθράκων κατά τη διάρκεια της ασθένειας.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η ανεπάρκεια της ακυλο-CoA αφυδρογονάσης λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου θεωρείται μια σχετικά ήπια διαταραχή σε σύγκριση με ορισμένες άλλες μεταβολικές καταστάσεις. Οι στρατηγικές διαχείρισης είναι συχνά προσαρμοσμένες στη συγκεκριμένη κατάσταση του ατόμου και μπορεί να είναι απαραίτητη η συνεχής ιατρική επίβλεψη.

Η ανεπάρκεια της ακυλο-CoA αφυδρογονάσης λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου οφείλεται σε παραλλαγές του γονιδίου ACADS που κωδικοποιεί την αφυδρογονάση ακυλ-CoA λιπαρών οξέων βραχείας αλυσίδας, ένα βασικό ένζυμο στη β-οξείδωση των μιτοχονδριακών λιπαρών οξέων. Η απουσία του ενζύμου έχει ως αποτέλεσμα την τοξική συσσώρευση βουτυρυλοκαρνιτίνης (C4-ακυλοκαρνιτίνη) και αμμωνίας.

Αρχικά η νόσος εντοπίστηκε σε έναν ασθενή που ήταν ετερόζυγος για δύο σπάνιες παραλλαγές του γονιδίου ACADS: τη c.136C>T και c.319C>T. Στη συνέχεια, εντοπίστηκαν ασθενείς εβραϊκής καταγωγής Ασκενάζι με τη c.319C>T. Οι περισσότεροι ασθενείς με συμπτώματα είναι ομόζυγοι για κάποια σπάνια παραλλαγή στο ACADS ή σύνθετοι ετερόζυγοι μιας σπάνιας παραλλαγής και μιας από τις δύο κοινές παραλλαγές c.511C>T και c.625G>A που παράγουν μια δομικά και καταλυτικά τροποποιημένη μορφή του ενζύμου. Οι κοινές παραλλαγές c.511C>T και c.625G>A, μεμονωμένα και σε ομοζυγωτία, προσδίδουν κάποια ευαισθησία στην ανάπτυξη της νόσου.

Ο γενετικός έλεγχος της ανεπάρκειας της ακυλο-CoA αφυδρογονάσης λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου αναλύει τις 6 πιο συχνές παθογόνες μεταλλάξεις του γονιδίου ACADS.

Με την συγκεκριμένη τεχνική που χρησιμοποιείται στην γενετική ανάλυση, αναλύονται μόνον οι συγκεκριμένες μεταλλάξεις των γονιδίων που αναφέρονται και που βιβλιογραφικά είναι οι σημαντικότερες και οι πιο συχνές. Όμως θα πρέπει να σημειωθεί, ότι είναι πιθανόν να υπάρχουν και άλλες γονιδιακές ή χρωμοσωμικές μεταλλάξεις στα προς έλεγχο γονίδια και που δεν είναι δυνατόν να εντοπισθούν με την συγκεκριμένη μέθοδο. Για αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθούν διαφορετικές τεχνικές ανάλυσης όπως π.χ. η αλληλούχιση επόμενης γενιάς (NGS).

Επιπρόσθετες πληροφορίες
Share it