Τα αντισώματα έναντι της ακτίνης αποτελούν διαγνωστική εξέταση για την αυτοάνοση ηπατίτιδα τύπου 1.
Η αυτοάνοση ηπατίτιδα τύπου 1 είναι μια σπάνια ασθένεια (10-20 περιπτώσεις ανά 1 εκατομμύριο πληθυσμού) που προσβάλλει κυρίως γυναίκες (80%), ηλικίας κυρίως μεταξύ 10 και 20 ετών ή μεταξύ 45 και 70 ετών. Υπάρχει συνήθως ιστορικό διαταραχής του ανοσοποιητικού με θυρεοειδίτιδα, διαβήτη, νόσο του συνδετικού ιστού κλπ. Περιστασιακά εμφανίζεται με σοβαρή ηπατίτιδα και ίκτερο, αν και συνήθως είναι ύπουλη με αργή εξέλιξη προς την κίρρωση. Εργαστηριακά ευρήματα περιλαμβάνουν αυξημένες τρανσαμινάσες (x5), χολόσταση (όχι πάντα), αυξημένες πολυκλωνικές ανοσοφαιρίνες IgG και αντισώματα έναντι των λείων μυϊκών ινών (ASMA) και ειδικά αντισώματα έναντι της ακτίνης. Αντιπυρηνικά αντισώματα με ομοιογενή πρότυπο φθορισμού χωρίς την παρουσία αντι-DNA αντισωμάτων, βρίσκονται στο 40% των περιπτώσεων και οδηγούν στην εμφάνιση αυτής της νόσου που ονομάζεται και λυκοειδής ηπατίτιδα. Τα αντισώματα SLA (διαλυτού ηπατικού αντιγόνου) είναι θετικά στο 5 έως 10% των περιπτώσεων και είναι εξαιρετικά ειδικά. Η θεραπεία της αυτοάνοσης ηπατίτιδας τύπου 1 είναι μακροχρόνια και περιλαμβάνει κορτικοστεροειδή και αζαθειοπρίνη.
Η παρουσία των αντισωμάτων έναντι της ακτίνης έχει ευαισθησία και ειδικότητα 85% για την αυτοάνοση ηπατίτιδα. Περίπου 0.7% των περιπτώσεων ηπατίτιδας C, ορισμένα φάρμακα και ορισμένες αυτοάνοσες ασθένειες μπορεί να δώσουν ψευδώς θετικό αποτέλεσμα.