Η διατατική μυοκαρδιοπάθεια 1Α (DCM1A) είναι ένας τύπος μυοκαρδιοπάθειας, μιας κατάστασης που επηρεάζει τον καρδιακό μυ. Η διατατική μυοκαρδιοπάθεια χαρακτηρίζεται από τη διεύρυνση και την εξασθένιση της αριστερής κοιλίας της καρδιάς, του κύριου θαλάμου άντλησης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μειωμένη ικανότητα της καρδιάς να αντλεί αίμα αποτελεσματικά. Η διατατική μυοκαρδιοπάθεια είναι μία από τις συχνότερες αιτίες καρδιακής ανεπάρκειας και η συχνότερη ένδειξη για μεταμόσχευση καρδιάς παγκοσμίως με επιπολασμό 40 περιστατικών ανά 100.000 άτομα. Η διατατική μυοκαρδιοπάθεια μπορεί να έχει γενετική αιτία και μπορεί επίσης να προέρχεται από έκθεση σε τοξίνες, λοιμώξεις, μεταβολικές / ενδοκρινικές διαταραχές, αυτοανοσία ή νευρομυϊκές παθήσεις όπως η μυϊκή δυστροφία Duchenne.
Ο γενετικός έλεγχος της διατατικής μυοκαρδιοπάθεια 1Α συμπεριλαμβάνεται στον Γενετικό Έλεγχο των Μονογονιδιακών Νοσημάτων της Διαγνωστικής Αθηνών μαζί με άλλα περίπου 100 κληρονομικά νοσήματα, μεταξύ των οποίων η κυστική ίνωση (71 μεταλλάξεις) και ο κληρονομικός καρκίνος του μαστού (γονίδια BRCA1 415 μεταλλάξεις & BRCA2 419 μεταλλάξεις).
Τα συμπτώματα της διατατικής μυοκαρδιοπάθειας περιλαμβάνουν κόπωση, δύσπνοια, πρήξιμο των ποδιών και των αστραγάλων (οίδημα) και ακανόνιστο καρδιακό παλμό. Η θεραπεία περιλαμβάνει φάρμακα για τη διαχείριση των συμπτωμάτων, αλλαγές στον τρόπο ζωής και, σε ορισμένες περιπτώσεις, προηγμένες θεραπείες όπως μεταμόσχευση καρδιάς. Είναι σημαντικό για τα άτομα με οικογενειακό ιστορικό διατατικής καρδιομυοπάθειας ή σχετικών καρδιακών παθήσεων να αναζητήσουν ιατρική συμβουλή και γενετική συμβουλευτική.
Οι γενετικές αιτίες της διατατικής μυοκαρδιοπάθειας είναι ποικίλες και περιλαμβάνουν πολλαπλά γονίδια που κωδικοποιούν πρωτεΐνες των σαρκομεριδίων, του κυτταροσκελετού και της πυρηνικής μεμβράνης.
Το πυρηνικό έλασμα είναι μια θεμελιώδης δομή στα κύτταρα που αποτελείται από ένα δίκτυο νηματωδών πρωτεϊνών που βρίσκεται κάτω από τη μεμβράνη του πυρήνα και καθορίζει το σχήμα, τη δομή και το μέγεθός του. Οι περισσότερες λαμινοπάθειες, ή νοσήματα που επηρεάζονται από τις πρωτεΐνες του πυρηνικού ελάσματος, προκαλούνται από μεταλλάξεις που βρίσκονται στο γονίδιο LMNA που κωδικοποιεί τις πρωτεΐνες λαμίνη A και λαμίνη C.
Το LMNA είναι ένα από τα γονίδια στο ανθρώπινο γονιδίωμα με τον μεγαλύτερο καταγεγραμμένο αριθμό παραλλαγών, που σχετίζονται με περισσότερες από 15 διαφορετικές παθήσεις. Μεταξύ των παραλλαγών που περιγράφονται, υπάρχουν περισσότερες από 250 που μπορούν να προκαλέσουν μυοκαρδιοπάθεια τύπου 1Α, η οποία αντιπροσωπεύει το 5 ως 10% των περιπτώσεων διατατικής μυοκαρδιοπάθειας.
Θεωρείται ότι οι μεταβολές στο γονίδιο LMNA θα μπορούσαν να προκαλέσουν μηχανικά ελαττώματα του ελάσματος και πυρηνική ευθραυστότητα. Πιο πρόσφατα, έχει παρατηρηθεί ότι αυτές οι αλλοιώσεις θα μπορούσαν επίσης να επηρεάσουν την οργάνωση της χρωματίνης.
Δεδομένου ότι η μυοκαρδιοπάθεια 1Α (που σχετίζεται με το γονίδιο LMNA) ακολουθεί έναν αυτοσωματικό κυρίαρχο τρόπο κληρονομικότητας, η παρουσία ενός μόνο αντιγράφου μιας παθογόνου παραλλαγής είναι αρκετή για το άτομο που φέρει την παραλλαγή, να έχει την προδιάθεση να εμφανίσει τη νόσο.
Ο γενετικός έλεγχος της διατατικής μυοκαρδιοπάθειας 1Α, αναλύει τις 24 συχνότερες παθογόνες μεταλλάξεις του γονιδίου LMNA.
Με την συγκεκριμένη τεχνική που χρησιμοποιείται στην γενετική ανάλυση, αναλύονται μόνον οι συγκεκριμένες μεταλλάξεις του γονιδίου που αναφέρονται και που βιβλιογραφικά είναι οι σημαντικότερες και οι πιο συχνές. Όμως θα πρέπει να σημειωθεί, ότι είναι πιθανόν να υπάρχουν και άλλες γονιδιακές ή χρωμοσωμικές μεταλλάξεις στο προς έλεγχο γονίδιο και που δεν είναι δυνατόν να εντοπισθούν με την συγκεκριμένη μέθοδο. Για αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθούν διαφορετικές τεχνικές ανάλυσης όπως π.χ. η αλληλούχιση επόμενης γενιάς (NGS).