Ο προσδιορισμός των αντισωμάτων έναντι του ενδογενούς παράγοντα χρησιμοποιείται για την εργαστηριακή διάγνωση και τεκμηρίωση της κακοήθους αναιμίας.
Ο ενδογενής παράγοντας είναι μια γλυκοπρωτεΐνη που παράγεται από τα τοιχωματικά κύτταρα του στομάχου και είναι απαραίτητος για την απορρόφηση της βιταμίνης Β12 από τη διατροφή. Κατά τη διάρκεια της πέψης, τα γαστρικά οξέα διαχωρίζουν την βιταμίνη Β12 από την τροφή και ο ενδογενής παράγοντας δεσμεύεται με τη βιταμίνη Β12 και επιτρέπει την απορρόφηση της στο λεπτό έντερο. Διάφορες καταστάσεις που επηρεάζουν την παραγωγή του ενδογενούς παράγοντα οδηγούν σε δυσαπορρόφηση και ανεπάρκεια της βιταμίνης Β12. Τα εργαστηριακά ευρήματα της ανεπάρκειας της Β12 περιλαμβάνουν μειωμένα επίπεδα Β12 στον ορό, αυξημένο μεθυλομαλονικό οξύ και μεγαλοβλαστική αναιμία. Η μειωμένη σύνθεση αιμοσφαιρίνης που σχετίζεται με την ανεπάρκεια της Β12 χαρακτηρίζεται από ανώμαλη ωρίμανση των προδρόμων ερυθροκυττάρων στον μυελό των οστών, η οποία έχει σαν αποτέλεσμα την παρουσία μεγαλοβλαστών, παρουσία υπερκατάτμητων ουδετερόφιλων και μειωμένη επιβίωση των ερυθροκυττάρων. Η έλλειψη της βιταμίνης Β12 σχετίζεται επίσης με νευρολογικές διαταραχές.
Δυστυχώς, πολλές άλλες παθολογικές καταστάσεις οι οποίες απαιτούν διαφορετικές παρεμβάσεις, μπορούν να μιμηθούν τα συμπτώματα και τα σημεία της ανεπάρκειας της βιταμίνης Β12. Όμως, ακόμη και όταν έχει διαπιστωθεί ανεπάρκεια της βιταμίνης Β12, η κλινική βελτίωση μπορεί να απαιτεί διαφορετικές δοσολογίες ή οδούς χορήγησης της βιταμίνης Β12, ανάλογα με την υποκείμενη αιτία. Οι ασθενείς με κακοήθη αναιμία, που είναι πιθανόν ο συνηθέστερος τύπος ανεπάρκειας της Β12 στις ανεπτυγμένες χώρες, απαιτούν είτε μεγάλες δόσεις από του στόματος βιταμίνης Β12 είτε παρεντερική θεραπεία υποκατάστασης. Ο λόγος είναι ότι οι ασθενείς με κακοήθη αναιμία, πάσχουν από ατροφία του γαστρικού βλεννογόνου, που πιθανότατα προκαλείται από κάποια καταστροφική αυτοάνοση διαδικασία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ελαττωμένη παραγωγή γαστρικού οξέος, πεψίνης και ενδογενούς παράγοντα. Το γαστρικό οξύ και η πεψίνη απαιτούνται για την απελευθέρωση της βιταμίνης Β12 από τις πρωτεΐνες της τροφής, ενώ ο ενδογενής παράγοντας δεσμεύει την ελεύθερη βιταμίνη Β12, την μεταφέρει σε υποδοχείς στον βλεννογόνο του εντέρου και διευκολύνει την απορρόφησή της.
Οι περισσότεροι ασθενείς με κακοήθη αναιμία έχουν αυτοαντισώματα έναντι των γαστρικών τοιχωματικών κυττάρων ή έναντι του ενδογενούς παράγοντα. Τα αντισώματα έναντι του ενδογενούς παράγοντα είναι πολύ ειδικά για τη διάγνωση της κακοήθους αναιμίας, αλλά ανευρίσκονται μόνο στο 50% των περιπτώσεων. Αντίθετα, τα αντισώματα έναντι των τοιχωματικών κυττάρων του στομάχου βρίσκονται στο 90% περίπου των ασθενών με κακοήθη αναιμία, αλλά βρίσκονται επίσης και σε σημαντικό ποσοστό ασθενών με άλλα αυτοάνοσα νοσήματα καθώς και σε περίπου 2-10% υγειών ατόμων (το ποσοστό αυτό αυξάνει όσο αυξάνει η ηλικία).
Σημαντική Σημείωση
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων αποτελούν την σημαντικότερη παράμετρο για τη διάγνωση και την παρακολούθηση όλων των παθολογικών καταστάσεων. Το 70-80% των διαγνωστικών αποφάσεων βασίζεται στις εργαστηριακές εξετάσεις. Η ορθή ερμηνεία των εργαστηριακών αποτελεσμάτων επιτρέπει στον γιατρό να διακρίνει την "υγεία" από τη "νόσο".
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων δεν πρέπει να ερμηνεύονται ως το αριθμητικό αποτέλεσμα μιας μεμονωμένης ανάλυσης. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων πρέπει να ερμηνεύονται σε σχέση με το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό, τα κλινικά ευρήματα και τα αποτελέσματα άλλων εργαστηριακών εξετάσεων και πληροφοριών. Ο προσωπικός σας γιατρός μπορεί να εξηγήσει τη σημασία των αποτελεσμάτων των εξετάσεων σας.
Στη Διαγνωστική Αθηνών απαντάμε σε κάθε σας απορία σχετικά με τις εξετάσεις που κάνετε στο εργαστήριο μας και επικοινωνούμε με τον γιατρό σας προκειμένου να έχετε την καλύτερη δυνατή ιατρική φροντίδα.