Η μέτρηση των IgG αντισωμάτων έναντι του ιού της Ιλαράς χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της ανοσολογικής κατάστασης των ατόμων ένατι του ιού της ιλαράς και για την τεκμηρίωση προηγούμενης λοίμωξης από τον ιό σε άτομα χωρίς προηγούμενο ιστορικό ανοσοποίησης.
O ιός της Ιλαράς (Measles / Rubeola) είναι μέλος της οικογένειας των παραμυξοϊών (ιοί με γενετικό υλικό μονή αλυσίδα RNA), η οποία περιλαμβάνει επίσης τον ιό της παρωτίτιδας, τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό και τους ιούς της παραγρίπης.
Οι λοιμώξεις από τον ιό της Ιλαράς συμβαίνουν συνήθως κατά την παιδική ηλικία. Στις βιομηχανικές κοινωνίες οι επικίνδυνες επιπλοκές είναι σπάνιες, αλλά σε λιγότερο αναπτυγμένες χώρες - ειδικά με ανεπαρκή διατροφή - ο ιός της Ιλαράς αποτελεί ένα σοβαρό κίνδυνο για τα παιδιά.
Οι άνθρωποι είναι οι μόνοι γνωστοί φυσικοί ξενιστές του ιού της Ιλαράς. Ο ιός μεταδίδεται μέσω των εκκρίσεων του αναπνευστικού (είτε με άμεση επαφή με τα υγρά από τη μύτη και το στόμα ενός μολυσμένου ατόμου, είτε μέσω της δημιουργίας σταγονιδίων στον αέρα) και είναι εξαιρετικά μεταδοτικός.
Μετά την εισβολή του ιού στο φάρυγγα και τον πολλαπλασιασμό του στους λεμφικούς ιστούς (περίοδος επώασης 4-12 ημέρες), η νόσος εμφανίζεται σε δυο φάσεις. Τα πρώτα συμπτώματα (καταρροϊκή φάση) μπορεί να είναι βήχας, καταρροή (συνάχι) και επιπεφυκίτιδα που συνοδεύεται από πυρετό για τουλάχιστον τρεις ημέρες. Στη συνέχεια, ο στοματικός βλεννογόνος εμφανίζει ερυθρότητα και τις μικροσκοπικές λευκές κηλίδες Koplik. Μετά από αυτό, ο πυρετός μπορεί και πάλι να αυξηθεί (μπορεί να φτάσει έως και τους 40°C) και εμφανίζεται το τυπικό εξάνθημα της ιλαράς (γενικευμένο κηλιδοβλατιδώδες εξάνθημα, συχνά με κνησμό, αρχικά στο κεφάλι και μετά σε όλο το σώμα).
Στις πιθανές επιπλοκές της νόσου περιλαμβάνονται η ωτίτιδα, με τη μορφή της βακτηριακής επιμόλυνσης, η πνευμονία και η εγκεφαλίτιδα.
Σημαντική Σημείωση
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων αποτελούν την σημαντικότερη παράμετρο για τη διάγνωση και την παρακολούθηση όλων των παθολογικών καταστάσεων. Το 70-80% των διαγνωστικών αποφάσεων βασίζεται στις εργαστηριακές εξετάσεις. Η ορθή ερμηνεία των εργαστηριακών αποτελεσμάτων επιτρέπει στον γιατρό να διακρίνει την "υγεία" από τη "νόσο".
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων δεν πρέπει να ερμηνεύονται ως το αριθμητικό αποτέλεσμα μιας μεμονωμένης ανάλυσης. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων πρέπει να ερμηνεύονται σε σχέση με το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό, τα κλινικά ευρήματα και τα αποτελέσματα άλλων εργαστηριακών εξετάσεων και πληροφοριών. Ο προσωπικός σας γιατρός μπορεί να εξηγήσει τη σημασία των αποτελεσμάτων των εξετάσεων σας.
Στη Διαγνωστική Αθηνών απαντάμε σε κάθε σας απορία σχετικά με τις εξετάσεις που κάνετε στο εργαστήριο μας και επικοινωνούμε με τον γιατρό σας προκειμένου να έχετε την καλύτερη δυνατή ιατρική φροντίδα.