Το Κάδμιο είναι ένα φυσικό στοιχείο του φλοιού της γης. Βρίσκεται συνήθως ως ανόργανο στοιχείο σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία, όπως το οξυγόνο (οξείδιο του Καδμίου), χλώριο (χλωριούχο Κάδμιο) ή το θείο (θειικό και θειούχο Κάδμιο). Όλα τα εδάφη και τα πετρώματα, όπως και ο άνθρακας και τα λιπάσματα, περιέχουν Κάδμιο. Το περισσότερο Κάδμιο εξάγεται κατά την παραγωγή άλλων μετάλλων όπως ο Ψευδάργυρος, ο Μόλυβδος, ο Χαλκός και άλλα. Το Κάδμιο δεν οξειδώνεται εύκολα και έχει πολλές χρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των μπαταριών, των χρωμάτων και σε μεταλλικές επιστρώσεις και σε πλαστικά.
Η έκθεση στο Κάδμιο συμβαίνει κυρίως στον εργασιακό χώρο όπου κατασκευάζονται διάφορα προϊόντα Καδμίου. Ο γενικός πληθυσμός εκτίθεται από την εισπνοή του καπνού του τσιγάρου ή την κατανάλωση τροφίμων μολυσμένων με Κάδμιο. Το Κάδμιο βλάπτει τους νεφρούς, τους πνεύμονες και τα οστά. Τα πιο συχνά από τα τοξικά μέταλλα (Υδράργυρος, Μόλυβδος, Κάδμιο, Αρσενικό) που αντιμετωπίζει ο άνθρωπος, αποτελούν φυσικά συστατικά του φλοιού της γης, αλλά η αύξηση των ποσοτήτων τους στον αέρα, το νερό και το έδαφος, προκύπτει κυρίως από τη βιομηχανική ζήτηση και την παραγωγή ενέργειας (ρύπανση).
Πώς εισέρχεται το Κάδμιο στο περιβάλλον;
- Το Κάδμιο εισέρχεται στο έδαφος, το νερό και τον αέρα από την εξόρυξη, τη βιομηχανία και την καύση του άνθρακα και τα απόβλητα των νοικοκυριών.
- Το Κάδμιο δεν διασπάται στο περιβάλλον, αλλά μπορεί να αλλάξει μορφές.
- Τα σωματίδια Καδμίου στον αέρα μπορούν να ταξιδέψουν μεγάλες αποστάσεις πριν πέσουν στο έδαφος ή το νερό.
- Ορισμένες μορφές του Καδμίου διαλύονται στο νερό.
- Το Κάδμιο συνδέεται ισχυρά με τα σωματίδια του εδάφους.
- Τα ψάρια, τα φυτά και τα ζώα προσλαμβάνουν Κάδμιο από το περιβάλλον.
Πώς εκτίθεται κάποιος στο Κάδμιο;
- Τρώγοντας τροφές που περιέχουν Κάδμιο. Χαμηλά επίπεδα Καδμίου βρίσκονται σε όλα τα τρόφιμα (τα υψηλότερα επίπεδα βρίσκονται στα οστρακοειδή και στο συκώτι και τα νεφρά των ζώων).
- Με το κάπνισμα τσιγάρων ή την εισπνοή του καπνού των τσιγάρων.
- Με την αναπνοή μολυσμένου αέρα στους χώρους εργασίας.
- Με την πόση μολυσμένου νερού.
- Ζώντας κοντά σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις που απελευθερώνουν κάδμιο στον αέρα.
Πώς μπορεί το Κάδμιο να επηρεάσει την υγεία;
Η εισπνοή υψηλών συγκεντρώσεων Καδμίου μπορεί να βλάψει σοβαρά τους πνεύμονες. Η κατανάλωση τροφίμων ή πόσιμου νερού με πολύ υψηλά επίπεδα Καδμίου ερεθίζει έντονα το στομάχι, οδηγώντας σε εμετό και διάρροια.
Η μακροχρόνια έκθεση σε χαμηλότερα επίπεδα Καδμίου στον αέρα, στην τροφή ή το νερό οδηγεί σε συσσώρευση του Καδμίου στους νεφρούς και πιθανά σε νεφρική νόσο. Άλλες μακροπρόθεσμες επιπτώσεις είναι βλάβες στους πνεύμονες και δημιουργία εύθραυστων οστών.
Το Κάδμιο και οι ενώσεις του Καδμίου είναι γνωστά καρκινογόνα για τον άνθρωπο.
Πώς μπορεί να μειωθεί ο κίνδυνος έκθεσης σε Κάδμιο;
Στο σπίτι, ουσίες που περιέχουν Κάδμιο και οι μπαταρίες Νικελίου-Καδμίου πρέπει να φυλάσσονται μακριά από μικρά παιδιά.
Το Κάδμιο είναι συστατικό του καπνού του τσιγάρου. Αποφύγετε το κάπνισμα σε κλειστούς χώρους, όπως μέσα στο σπίτι ή το αυτοκίνητο, προκειμένου να περιοριστεί η έκθεση.
Εάν εργάζεστε σε χώρους με Κάδμιο, χρησιμοποιείστε όλες τις προφυλάξεις ασφαλείας για την αποφυγή μεταφοράς σκόνης που περιέχει Κάδμιο στο σπίτι, με τα ρούχα, το δέρμα, τα μαλλιά ή τα εργαλεία.
Μια ισορροπημένη διατροφή μπορεί να μειώσει την ποσότητα του Καδμίου που λαμβάνεται από τα τρόφιμα και τα ποτά.
Πώς μπορεί κάποιος να διαπιστώσει αν έχει εκτεθεί στο Κάδμιο
Το Κάδμιο μπορεί να μετρηθεί στο αίμα, τα ούρα, τις τρίχες ή τα νύχια. Η συγκέντρωση Καδμίου στα ούρα έχει αποδειχθεί ότι αντικατοπτρίζει με ακρίβεια την ποσότητα του Καδμίου στο σώμα. Η συγκέντρωση του Καδμίου στο αίμα αντικατοπτρίζει την πρόσφατη έκθεση στο Κάδμιο. Η συγκέντρωση του Καδμίου στα ούρα δείχνει τόσο την πρόσφατη όσο και την παρελθούσα έκθεση.
Μπορούμε να μετρήσουμε τα επίπεδα του Καδμίου στο αίμα και στα περισσότερα βιολογικά υλικά.
Ο προσδιορισμός των μετάλλων γίνεται με την μέθοδο ICP-MS (Inductively Coupled Plasma Mass Spectrometry, Φασματομετρία Μάζας σε Επαγωγικά Συζευγμένο Πλάσμα Αργού), μιας μεθόδου που παρέχει τη δυνατότητα ταυτόχρονης ανίχνευσης πολλών μετάλλων. Η ευαισθησία και η ακρίβεια της είναι σημαντικά καλύτερη σε σύγκριση με τη συμβατική μέθοδο της ατομικής απορρόφησης, έχοντας την ικανότητα να μετράει μέταλλα σε συγκεντρώσεις μέχρι 1 στα 1015 (1 στα 1 τετράκις εκατομμύρια, ppq)!
Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την τοξικότητα του Καδμίου
Έχει βρεθεί ότι η συγκέντρωση Καδμίου είναι 2-3 φορές υψηλότερη στους φακούς των ματιών με καταρράκτη σε σχέση με τους φακούς ανθρώπων χωρίς καταρράκτη της ίδιας ηλικίας. Αυτό πιθανόν συμβαίνει επειδή το Κάδμιο εκτοπίζει τον Ψευδάργυρο από τις δραστικές θέσεις των ενζύμων μέσω της σύνδεσης του με ομάδες σουλφυδρυλίου, με αποτέλεσμα την απενεργοποίηση προστατευτικών ενζύμων που απομακρύνουν τις ελεύθερες ρίζες και πιθανών και άλλων προστατευτικών / επισκευαστικών μηχανισμών.
Βαρέα μέταλλα, όπως το Κάδμιο, ο Υδράργυρος, ο Χρυσός και ο Μόλυβδος είναι γνωστό ότι είναι νεφροτοξικά σε υψηλές συγκεντρώσεις. Το Κάδμιο προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία λόγω του μεγάλου χρόνου παραμονής του στα νεφρά. Ως εκ τούτου, εκτός από τα επίπεδα του στα ούρα για την τεκμηρίωση της τοξικότητας του Καδμίου, θα πρέπει να αξιολογούνται και βιοδείκτες της νεφρικής λειτουργίας. Πρόωροι δείκτες νεφρικής βλάβης εξαιτίας του Καδμίου περιλαμβάνουν την εργαστηριακή εκτίμηση της πρωτεϊνουρίας, γλυκοζουρίας, αμινοξυουρίας, υπερασβεστιουρίας και πολυουρίας. Ευαίσθητος δείκτης για προχωρημένες βλάβες των νεφρικών σωληναρίων εξαιτίας του Καδμίου είναι η χαμηλού μοριακού βάρους πρωτεΐνη β2-μικροσφαιρίνη στα ούρα. Το Κάδμιο έχει αποδειχθεί επίσης ότι αυξάνει σημαντικά τη συχνότητα εμφάνισης λίθων στους νεφρούς.
Ο χηλικός παράγοντας Ca-EDTA έχει χρησιμοποιηθεί ενδοφλεβίως εδώ και πολλά χρόνια ως θεραπευτικό μέσο επιλογής για ασθενείς με υψηλά επίπεδα Μολύβδου στο αίμα. Ο παράγοντας αυτός είναι επίσης αποτελεσματικός για την αύξηση της ουρική απέκκρισης του Σιδήρου, του Χαλκού, του Νικελίου, του Καδμίου και του Μαγγανίου. Όμως το Ca-EDTA έχει επίσης υψηλή συγγένεια για τον Ψευδάργυρο και αν δεν χρησιμοποιηθεί σωστά, μπορεί να προκαλέσει ανεπάρκεια Ψευδαργύρου.
Αρκετά τοξικά μέταλλα, συμπεριλαμβανομένου του Υδραργύρου, του Μολύβδου, του Θαλλίου και του Καδμίου, απεκκρίνονται φυσιολογικά, κυρίως ή εν μέρει, στη χολή. Επομένως, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, η ανάλυση των κοπράνων για μέταλλα, χωρίς να έχει προηγηθεί χρήση χηλικών παραγόντων (πρόκληση), μπορεί να παρέχει τουλάχιστον ποιοτικές πληροφορίες σχετικά με το ποσοστό της χολικής απέκκρισης των μετάλλων από τον οργανισμό. Ωστόσο, τα μολυσμένα τρόφιμα αποτελούν μια σημαντική πηγή έκθεσης στα βαρέα μέταλλα και τα μέταλλα που δεν έχουν αφομοιωθεί από το γαστρεντερικό σωλήνα μπορεί να συμβάλλουν σε σημαντικό ποσοστό στο συνολικό ποσό των μετάλλων που μετράται στο δείγμα κοπράνων.
Μία κατηγορία τοξικών χημικών ουσιών ικανών να προξενήσουν σοβαρές βλάβες στην υγεία και που μπορεί να μιμηθούν άλλες διαταραχές, ειδικά στα παιδιά, είναι τα βαρέα μέταλλα. Ο Μόλυβδος, ο Υδράργυρος, το Αρσενικό, το Αλουμίνιο και το Κάδμιο είναι καλά τεκμηριωμένα παραδείγματα. Η μακροχρόνια έκθεση σε αυτά τα μέταλλα συχνά οδηγεί στη συσσώρευση τους σε συγκεκριμένα όργανα, με αποτέλεσμα να παραβλάπτεται η φυσιολογική λειτουργία του οργάνου. Επίσης, πολλές τοξίνες είναι πλέον γνωστό ότι ασκούν την τοξική τους δράση σε επίπεδα πολύ χαμηλότερα από ότι είχε αρχικά υποτεθεί. Για παράδειγμα, το Κάδμιο δείχθηκε να μπορεί να μιμηθεί τη δράση των οιστρογόνων στους ιστούς σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα (0.00001 ppb – μέρη στο δισεκατομμύριο).
Τα τοξικά μέταλλα δρουν ως «χημικοί ανταγωνιστές» με θρεπτικά ιχνοστοιχεία με τα οποία μοιάζουν χημικά και φυσικά (π.χ. το Κάδμιο ανταγωνίζεται με τον Ψευδάργυρο, ο Μόλυβδος ανταγωνίζεται με το Ασβέστιο, ο Υδράργυρος ανταγωνίζεται με το Σελήνιο) . Αυτό το φαινόμενο μπορεί να οδηγήσει σε υψηλά ποσοστά απώλειας του ανταγωνιστικού θρεπτικού ιχνοστοιχείου, ή εναλλακτικά, την αναστολή (ή την υπερενεργοποίηση) των φυσιολογικών συστημάτων που εξαρτώνται από τα ιχνοστοιχεία, όπως είναι τα ένζυμα.
Ένα από τα πιο σημαντικά συστήματα αποτοξίνωσης σε όλα τα είδη οργανισμών, από τα βακτήρια μέχρι τον άνθρωπο, εξαρτάται από την παραγωγή μιας οικογένειας τεσσάρων διαφορετικών πρωτεϊνών γνωστών ως μεταλλοθειονινών (MT). Οι μεταλλοθειονίνες είναι εξαιρετικά ασυνήθιστες πρωτεΐνες που αποτελούνται από περίπου 30% κυστεΐνη και είναι υπεύθυνες για την αποθήκευση, τη μεταφορά και την απομάκρυνση των ενδοκυττάριων μεταλλικών ιόντων. Ο πρωταρχικός ρόλος των μεταλλοθειονινών κατά την απουσία τοξικών μετάλλων, είναι η μεταφορά και η βραχυπρόθεσμη αποθήκευση του Ψευδαργύρου και του Χαλκού. Οι μεταλλοθειονίνες είναι γνωστό ότι δεσμεύουν αποτελεσματικά πολλά τοξικά μέταλλα (ιδιαίτερα το Κάδμιο και τον Υδράργυρο) και ενεργούν ως μεταφορείς του τοξικού μετάλλου στο ήπαρ ή τα νεφρά, όπου ολοκληρώνεται με τη σύζευξη του με γλουταθειόνη και με την επακόλουθη απέκκριση του μετάλλου. Επειδή οι μεταλλοθειονίνες σχηματίζουν υψηλής συγγένειας σύμπλοκα με αρκετά μέταλλα, μπορεί να αποτρέπουν τα τοξικά βαρέα μέταλλα να αντιδρούν με άλλα βιομόρια ή να ενεργούν ως καταλύτες, εξασθενώντας έτσι την τοξικότητά τους.
Η διατροφική επάρκεια έχει σημαντική επίδραση στην απορρόφηση, την κατακράτηση, την τοξικότητα και την απέκκριση των τοξικών μετάλλων. Η απορρόφηση του Μολύβδου καθώς και του Καδμίου, αυξάνεται σε καταστάσεις ανεπάρκειας σιδήρου ή ασβεστίου. Επιπλέον, η έλλειψη σιδήρου είναι ένας από τους πολλούς παράγοντες που οδηγούν σε αυξημένη εντερική διαπερατότητα.
Η έκθεση του οργανισμού σε βαρέα μέταλλα (Μόλυβδος, Υδράργυρος, Κάδμιο, Αρσενικό, Νικέλιο και Αλουμίνιο), καθώς και σε διαλύτες (φορμαλδεΰδη, τολουόλιο, βενζόλιο), φυτοφάρμακα και ζιζανιοκτόνα, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη συγκέντρωση αυτών των μορίων στον νευρικό ιστό. Ως αποτέλεσμα, μπορούν να εμφανιστούν διάφορα ψυχολογικά και νευρολογικά συμπτώματα:
- Κατάθλιψη
- Πονοκέφαλοι
- Σύγχυση
- Ψυχιατρικά νοσήματα
- Μούδιασμα στα άκρα
- Μη φυσιολογικά αντανακλαστικά
- Άλλα σημεία διαταραχής της λειτουργίας του νευρικού συστήματος
Τα βαρέα μέταλλα, όπως ο Μόλυβδος, ο Υδράργυρος, το Κάδμιο και το Αλουμίνιο μπορούν να προκαλέσουν επιληπτικές κρίσεις διαταράσσοντας τη νευρική λειτουργία. Η τοξικότητα των βαρέων μετάλλων πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ως πιθανή αιτία σε όλες τις επιληπτικές κρίσεις.
Η έκθεση σε πρόσθετα τροφίμων, σε διαλύτες (φορμαλδεΰδη, τολουόλιο, βενζόλιο), σε φυτοφάρμακα, σε ζιζανιοκτόνα, σε βαρέα μέταλλα (Μόλυβδος, Υδράργυρος, Κάδμιο, Αρσενικό, Νικέλιο, Αλουμίνιο), μπορεί να επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό τις διαδικασίες του ήπατος για αποτοξίνωση, μια κατάσταση γνωστή ως «διαταραγμένη ηπατική αποτοξίνωση».
Το σπέρμα είναι επίσης ιδιαίτερα ευαίσθητο στις επιβλαβείς συνέπειες των βαρέων μέταλλων όπως ο Μόλυβδος, το Κάδμιο, το Αρσενικό και ο Υδράργυρος.
Σημαντική Σημείωση
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων αποτελούν την σημαντικότερη παράμετρο για τη διάγνωση και την παρακολούθηση όλων των παθολογικών καταστάσεων. Το 70-80% των διαγνωστικών αποφάσεων βασίζεται στις εργαστηριακές εξετάσεις. Η ορθή ερμηνεία των εργαστηριακών αποτελεσμάτων επιτρέπει στον γιατρό να διακρίνει την "υγεία" από τη "νόσο".
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων δεν πρέπει να ερμηνεύονται ως το αριθμητικό αποτέλεσμα μιας μεμονωμένης ανάλυσης. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων πρέπει να ερμηνεύονται σε σχέση με το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό, τα κλινικά ευρήματα και τα αποτελέσματα άλλων εργαστηριακών εξετάσεων και πληροφοριών. Ο προσωπικός σας γιατρός μπορεί να εξηγήσει τη σημασία των αποτελεσμάτων των εξετάσεων σας.
Στη Διαγνωστική Αθηνών απαντάμε σε κάθε σας απορία σχετικά με τις εξετάσεις που κάνετε στο εργαστήριο μας και επικοινωνούμε με τον γιατρό σας προκειμένου να έχετε την καλύτερη δυνατή ιατρική φροντίδα.