Το κακόηθες μελάνωμα είναι ένας τύπος καρκίνου του δέρματος που προκύπτει από τα μελανοκύτταρα, τα κύτταρα που παράγουν τις χρωστικές ουσίες στο δέρμα. Μπορεί να εξαπλωθεί σε άλλα μέρη του σώματος εάν δεν ανιχνευθεί και αντιμετωπιστεί νωρίς. Η πρόληψη περιλαμβάνει μέτρα προστασίας από τον ήλιο και η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει χειρουργική επέμβαση, ανοσοθεραπεία ή στοχευμένη θεραπεία, ανάλογα με το στάδιο του καρκίνου. Η εκτίμηση του Πολυγονιδιακού Δείκτη Κινδύνου για το κακόηθες μελάνωμα βασίζεται στην εξέταση 60 γονιδιακών πολυμορφισμών.
Ο γενετικός έλεγχος για το κακόηθες μελάνωμα περιλαμβάνεται μαζί με 12 ακόμα νοσήματα στον Γενετικό Έλεγχο των Νοσημάτων των Αισθητηρίων και του Δέρματος, Πολυγονιδιακός Δείκτης Κινδύνου καθώς και στον Γενετικό Έλεγχο για Νεοπλασίες και Προκαρκινικές Δυσπλασίες, Πολυγονιδιακός Δείκτης Κινδύνου μαζί με 19 ακόμα νοσήματα.
Αιτίες και μη γενετικοί παράγοντες κινδύνου
Τα κύτταρα του δέρματος αναπτύσσονται με ελεγχόμενο και τακτικό τρόπο. Τα νέα κύτταρα σπρώχνουν τα παλιά στην επιφάνεια του δέρματος όπου πεθαίνουν και αποβάλλονται από το σώμα. Όταν ορισμένα κύτταρα αποκτούν βλάβη στο DNA τους, μπορεί να προκληθεί ανεξέλεγκτη ανάπτυξη νέων κυττάρων, με αποτέλεσμα αυτόν τον καρκίνο του δέρματος. Τις περισσότερες φορές, οι γενετικές αλλαγές που σχετίζονται με το μελάνωμα αποκτώνται κατά τη διάρκεια της ζωής και δεν μεταβιβάζονται (δεν κληρονομούνται). Σε ορισμένες περιπτώσεις, εμφανίζονται τυχαία σε ένα κύτταρο, χωρίς σαφή αιτία, και σε άλλες, είναι πιθανό να εμφανιστούν ως αποτέλεσμα κάποιας εξωτερικής αιτίας. Είναι πιθανό ότι ένας συνδυασμός περιβαλλοντικών και γενετικών παραγόντων οδηγεί στην ανάπτυξη μελανώματος. Οι υπεριώδεις ακτίνες (UV), ειδικά ο τύπος Β αλλά και ο τύπος Α, αποτελούν μια κύρια αιτία του μελανώματος καθώς μπορούν να βλάψουν το DNA των κυττάρων του δέρματος. Ωστόσο, η υπεριώδης ακτινοβολία δεν προκαλεί όλα τα μελανώματα, ειδικά εκείνα που εμφανίζονται σε μέρη του σώματος που δεν εκτίθενται στο ηλιακό φως, επομένως υπάρχουν και άλλοι παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν τον κίνδυνο εμφάνισης μελανώματος. Οι ακόλουθοι παράγοντες μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο ενός ατόμου να αναπτύξει μελάνωμα:
- Έκθεση στον ήλιο: Η διαβίωση σε μεγάλα υψόμετρα ή σε περιοχές με έντονο ηλιακό φως όλο το χρόνο σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο, καθώς και η παραμονή σε εξωτερικούς χώρους κατά τις μεσημεριανές ώρες
- Τεχνητό μαύρισμα σε σολάριουμ. Συστήνεται η αποφυγή του
- Σπίλοι: Άτομα με πολλούς σπίλους ή ασυνήθιστους, μεγάλους σπίλους με ακανόνιστο σχήμα και χρώμα (δυσπλαστικοί σπίλοι ή άτυποι σπίλοι) διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο
- Ανοιχτόχρωμο δέρμα: Άτομα με ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα, ξανθά μαλλιά, μπλε μάτια και φακίδες έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν μελάνωμα. Αυτός ο κίνδυνος είναι επίσης υψηλότερος σε άτομα που τείνουν να παθαίνουν εγκαύματα στο δέρμα τους παρά να μαυρίζουν
- Προηγούμενος καρκίνος του δέρματος. Τα άτομα που είχαν ήδη μελάνωμα ή βασικοκυτταρικό ή ακανθοκυτταρικό καρκίνο του δέρματος έχουν υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν μελάνωμα
- Εθνότητα: Ενώ μπορεί να αναπτυχθεί σε άτομα οποιασδήποτε εθνότητας, τα άτομα καυκάσιας καταγωγής κινδυνεύουν 20 φορές περισσότερο από αυτά της αφρικανικής καταγωγής
- Ηλικία: Εμφανίζεται σε νεαρούς ενήλικες πιο συχνά από πολλούς άλλους καρκίνους. Η διάμεση ηλικία διάγνωσης είναι περίπου τα 50 έτη
- Εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα: Τόσο οι ασθένειες όσο και οι ανοσοκατασταλτικές θεραπείες αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του δέρματος, συμπεριλαμβανομένου του μελανώματος
Επιπλέον, λιγότερο συχνά, είναι δυνατό να κληρονομηθούν γενετικές αλλαγές από τους γονείς που αυξάνουν τον κίνδυνο μελανώματος. Περίπου το 10% των ατόμων με μελάνωμα έχουν οικογενειακό ιστορικό της νόσου. Ο κίνδυνος εμφάνισης μελανώματος είναι 2 έως 3 φορές υψηλότερος από τον μέσο κίνδυνο εάν υπάρχει στενός συγγενής με μελάνωμα. Αυτός ο κίνδυνος αυξάνεται εάν πολλά μέλη της οικογένειας που ζουν σε διαφορετικά μέρη έχουν διαγνωστεί με μελάνωμα. Επιπλέον, έχουν περιγραφεί κληρονομικές οικογενείς μορφές μελανώματος λόγω αλλαγών σε συγκεκριμένα γονίδια όπως τα CDKN2A, CDK4, P53 και MITF, αν και είναι σπάνιες. Άλλες κληρονομικές παθήσεις (μελαγχρωματική ξηροδερμία, σύνδρομο Li-Fraumeni, κληρονομικός καρκίνος του μαστού και των ωοθηκών κ.α.) σχετίζονται επίσης με αυξημένο κίνδυνο μελανώματος.
Συμπτώματα
Τα μελανώματα μπορούν να σχηματιστούν οπουδήποτε στο σώμα, αν και πιο συχνά εμφανίζονται σε περιοχές που εκτίθενται στον ήλιο (πλάτη, πόδια, χέρια ή πρόσωπο). Μπορούν επίσης να εμφανιστούν σε περιοχές που δεν εκτίθενται στον ήλιο, όπως τα πέλματα των ποδιών, οι τις παλάμες των χεριών ή τα νύχια, αν και αυτό συμβαίνει συνήθως σε άτομα με πιο σκούρο δέρμα.
Οι αλλαγές στο μέγεθος, το σχήμα, το χρώμα ή την υφή ενός σπίλου είναι συχνά τα πρώτα προειδοποιητικά σημάδια. Αυτές οι αλλαγές μπορεί να συμβούν σε έναν υπάρχοντα σπίλο ή με τη μορφή μιας νέας ή ασυνήθιστης όψης σπίλου, μπορούν ωστόσο, να εμφανιστούν και σε δέρμα με φυσιολογική όψη. Στο 75-80% των περιπτώσεων το μελάνωμα εμφανίζεται χωρίς προηγούμενο σπίλο.
Ο κανόνας ABCDE συνοψίζει τα ύποπτα χαρακτηριστικά μιας μελαγχρωματικής βλάβης του δέρματος:
- Ασυμμετρία (Asymmetry): η βλάβη δεν είναι στρογγυλεμένη
- Όρια (Borders): Τα όρια είναι ακανόνιστα
- Χρώμα (Color): Η βλάβη έχει διαφορετικό, μη ομοιογενή χρωματισμό
- Διάμετρος (Diameter): Το μέγεθος της βλάβης είναι μεγαλύτερο από 6 mm
- Εξέλιξη (Evolution): Τα προηγούμενα χαρακτηριστικά εμφανίζουν αλλαγές με την πάροδο του χρόνου
Πρόληψη
Αν και εξακολουθούμε να προσπαθούμε να διευκρινίσουμε τα αίτια του μελανώματος και συνεπώς την πρόληψή του, μπορούμε να ενεργήσουμε βάσει των γνωστών παραγόντων για να προσπαθήσουμε να μειώσουμε τον κίνδυνο όσο το δυνατόν περισσότερο. Ο πιο σημαντικός τρόπος για μείωση του κινδύνου μελανώματος είναι η προστασία από την έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία:
- Περιορισμός ή αποφυγή της άμεσης έκθεσης στον ήλιο κατά τις μεσημεριανές ώρες της ημέρας, όταν η ηλιακή ακτινοβολία είναι πιο έντονη ανάλογα με τη γεωγραφική θέση. Προτιμήστε την παραμονή στη σκιά.
- Αντηλιακά ρούχα, καπέλα που προστατεύουν το πρόσωπο, το λαιμό και τα αυτιά καθώς και ρούχα με δείκτη προστασίας UV και γυαλιά ηλίου με προστασία UV.
- Χρήση άφθονου αντηλιακού υψηλού δείκτη UVA και UVB με αντηλιακό παράγοντα προστασίας (SPF) τουλάχιστον 30 σε ολόκληρο το σώμα, ακόμα και σε συννεφιασμένες ημέρες, κάθε 2 ώρες ή πιο συχνά μετά από εφίδρωση ή μπάνιο.
- Αποφυγή λαμπών τεχνητού μαυρίσματος ή σολάριουμ.
- Τακτικές δερματολογικές εξετάσεις, συμπεριλαμβανομένης της αυτοεξέτασης για τον έλεγχο νέων εξογκωμάτων ή αλλαγών σε υπάρχοντες σπίλους, φακίδες, εξογκώματα και σημάδια εκ γενετής και αξιολόγηση από δερματολόγο.
Η λήψη καλών πηγών βιταμίνης D με τη διατροφή ή ακόμη και η χρήση συμπληρωμάτων μπορεί να είναι απαραίτητη σε αυτές τις περιπτώσεις.