Η μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια (RP) είναι μια ομάδα κληρονομικών οφθαλμικών διαταραχών που χαρακτηρίζονται από προοδευτικό εκφυλισμό των φωτοευαίσθητων κυττάρων στον αμφιβληστροειδή, που οδηγεί σε απώλεια όρασης. Ο αμφιβληστροειδής είναι ο ιστός στο πίσω μέρος του ματιού που μετατρέπει το φως σε ηλεκτρικά σήματα, τα οποία στη συνέχεια αποστέλλονται στον εγκέφαλο για οπτική επεξεργασία. Στην μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια επηρεάζονται τα κύτταρα των φωτοϋποδοχέων, δηλαδή τα ραβδία και τα κωνία. Ο παγκόσμιος επιπολασμός αυτής της νόσου είναι περίπου 1 στα 4.000 άτομα.
Ο γενετικός έλεγχος της μελαγχρωστικής αμφιβληστροειδοπάθειας συμπεριλαμβάνεται στον Γενετικό Έλεγχο των Μονογονιδιακών Νοσημάτων της Διαγνωστικής Αθηνών μαζί με άλλα περίπου 100 κληρονομικά νοσήματα, μεταξύ των οποίων η κυστική ίνωση (71 μεταλλάξεις) και ο κληρονομικός καρκίνος του μαστού (γονίδια BRCA1 415 μεταλλάξεις & BRCA2 419 μεταλλάξεις).
Τα βασικά σημεία σχετικά με τη μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια είναι:
- Συμπτώματα: Τα συμπτώματα της μελαγχρωστικής αμφιβληστροειδοπάθειας συνήθως ξεκινούν με δυσκολία στην όραση σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού (νυχτερινή τύφλωση) και σταδιακή απώλεια της περιφερειακής όρασης. Με την πάροδο του χρόνου, η κεντρική όραση μπορεί επίσης να επηρεαστεί, οδηγώντας σε σημαντική οπτική βλάβη ή και τύφλωση.
- Γενετική βάση: Η μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια προκαλείται κυρίως από γενετικές μεταλλάξεις και μπορεί να κληρονομηθεί με αυτοσωμικό επικρατή, αυτοσωμικό υπολειπόμενο ή φυλοσύνδετο τρόπο. Η γενετική ποικιλομορφία της μελαγχρωστικής αμφιβληστροειδοπάθειας συμβάλλει σε διακυμάνσεις στην ηλικία έναρξης, στο ρυθμό εξέλιξης και στα συγκεκριμένα συμπτώματα μεταξύ των προσβεβλημένων ατόμων.
- Διάγνωση: Ένας οφθαλμίατρος μπορεί να διαγνώσει τη μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια με βάση μια ενδελεχή οφθαλμική εξέταση, δοκιμή οπτικών πεδίων, ηλεκτροαμφιβληστροειδογραφία (ERG) για τη μέτρηση των ηλεκτρικών αποκρίσεων του αμφιβληστροειδούς και γενετικό έλεγχο για τον εντοπισμό συγκεκριμένων μεταλλάξεων.
- Θεραπεία: Δεν υπάρχει θεραπεία για τη μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια, αλλά η συνεχιζόμενη έρευνα διερευνά διάφορες θεραπευτικές προσεγγίσεις. Ορισμένες θεραπείες στοχεύουν στην επιβράδυνση της εξέλιξης της νόσου, στη διαχείριση των συμπτωμάτων ή στην παροχή υποστήριξης στους ασθενείς. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει τη χρήση βοηθημάτων χαμηλής όρασης, εκπαίδευση προσανατολισμού και κινητικότητας και γενετική συμβουλευτική. Οι ερευνητές διερευνούν πιθανές θεραπείες όπως η γονιδιακή θεραπεία, η θεραπεία με βλαστοκύτταρα και άλλες προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση των υποκείμενων γενετικών αιτιών της μελαγχρωστικής αμφιβληστροειδοπάθειας. Κλινικές δοκιμές βρίσκονται σε εξέλιξη για να δοκιμαστεί η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα αυτών των πειραματικών θεραπειών.
Η μελαγχρωστική αμφιβληστροειδίτιδα είναι μια ετερογενής ομάδα κληρονομικών οφθαλμικών διαταραχών που καταλήγουν σε προοδευτική εκφύλιση του αμφιβληστροειδούς. Αυτή η διαταραχή μπορεί να προκληθεί από μεταλλάξεις σε πολλά γονίδια. Η συγκεκριμένη εξέταση αναλύει αρκετές μεταλλάξεις στα γονίδια USH2A (όπου συμβαίνουν οι πιο συχνές μεταλλάξεις που προκαλούν μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια και στα γονίδια FAM161A και PDE6B.
Το γονίδιο USH2A κωδικοποιεί την πρωτεΐνη usherin, μια πρωτεΐνη απαραίτητη για τη διατήρηση της λειτουργίας των φωτοϋποδοχέων του αμφιβληστροειδούς και των κυττάρων του έσω αυτιού. Η μετάλλαξη c.2299delG στο γονίδιο USH2A αντιπροσωπεύει το 16-44% όλων των παραλλαγών που εντοπίστηκαν σε ασθενείς με μη συνδρομική μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια. Η συχνότητα αλληλόμορφων αυτής της μετάλλαξης είναι 0.34% σε άτομα λατινικής καταγωγής και 0.08% σε άτομα μη φινλανδικής ευρωπαϊκής καταγωγής. Αυτή η παραλλαγή μαζί με την p.Cys759Phe ή c.2276 G>T στο γονίδιο USH2A είναι το πιο συχνό στους Ευρωπαίους ασθενείς. Η μετάλλαξη p.Cys3358Tyr ή c.10073 G>A έχει επίσης παρατηρηθεί σε αρκετούς ασθενείς και η συχνότητά της είναι 0.05% στους Ευρωπαίους.
Μια άλλη μετάλλαξη στο γονίδιο USH2A είναι η p.Cys3358Tyr ή c.10073 G>A.
Ένα άλλο γονίδιο που εμπλέκεται στην ανάπτυξη της μελαγχρωστικής αμφιβληστροειδίτιδας είναι το FAM161A. Η λειτουργία της πρωτεΐνης που κωδικοποιείται από το γονίδιο FAM161A δεν είναι ακόμη γνωστή, αλλά είναι γνωστό ότι βρίσκεται στον αμφιβληστροειδή σε υψηλά επίπεδα. Η παθογόνος μετάλλαξη c.1355_1356del ή p.Thr452fs έχει ταυτοποιηθεί σε ομοζυγωτία και σε σύνθετη ετεροζυγωτία σε διαφορετικές οικογένειες. Αυτή η μετάλλαξη έχει θεωρηθεί ως ιδρυτική μετάλλαξη στον Ισραηλινό εβραϊκό πληθυσμό. Ίσως η πιο κοινή μετάλλαξη στον Ισραηλινό εβραϊκό πληθυσμό.
Τέλος, το γονίδιο PDE6B κωδικοποιεί μία από τις υπομονάδες του συμπλέγματος πρωτεΐνης PDE6, η οποία εμπλέκεται στη μετάδοση και την ενίσχυση του οπτικού σήματος. Η μετάλλαξη c.2419Tgt;A ή p.Trp807Arg περιγράφηκε σε μια μεγάλη τυνησιακή οικογένεια. Τα μέλη της οικογένειας είχαν επίσης σύνδρομο Usher II και παρατηρήθηκε ότι τα μέλη που ήταν ομόζυγα για τη μετάλλαξη c.2419Tgt;A και για τη μετάλλαξη που προκαλεί το σύνδρομο Usher II στο γονίδιο GPR98 είχαν πιο σοβαρό οφθαλμικό φαινότυπο.
Ο γενετικός έλεγχος της μελαγχρωστικής αμφιβληστροειδίτιδας αναλύει τις 52 πιο συχνές παθογόνες μεταλλάξεις του γονιδίου USH2A συν τις 2 πιο συχνές παθογόνες μεταλλάξεις του γονιδίου FAM161A συν τις 5 πιο συχνές παθογόνες μεταλλάξεις του γονιδίου PDE6B.
Με την συγκεκριμένη τεχνική που χρησιμοποιείται στην γενετική ανάλυση, αναλύονται μόνον οι συγκεκριμένες μεταλλάξεις των γονιδίων που αναφέρονται και που βιβλιογραφικά είναι οι σημαντικότερες και οι πιο συχνές. Όμως θα πρέπει να σημειωθεί, ότι είναι πιθανόν να υπάρχουν και άλλες γονιδιακές ή χρωμοσωμικές μεταλλάξεις στα προς έλεγχο γονίδια και που δεν είναι δυνατόν να εντοπισθούν με την συγκεκριμένη μέθοδο. Για αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθούν διαφορετικές τεχνικές ανάλυσης όπως π.χ. η αλληλούχιση επόμενης γενιάς (NGS).