URL path: Αρχική σελίδα // Νόσος με Οσμή Ούρων σαν Σιρόπι Σφενδάμου Τύπου 1Β, Γενετικός Έλεγχος

Νόσος με Οσμή Ούρων σαν Σιρόπι Σφενδάμου Τύπου 1Β, Γενετικός Έλεγχος

Η νόσος με οσμή ούρων σαν σιρόπι σφενδάμου (MSUD) είναι μια σπάνια κληρονομική διαταραχή του μεταβολισμού που χαρακτηρίζεται από την αδυναμία του σώματος να επεξεργαστεί ορισμένα αμινοξέα, οδηγώντας σε συσσώρευση αυτών των αμινοξέων και των τοξικών υποπροϊόντων τους. Υπάρχουν διαφορετικοί τύποι MSUD και ο τύπος 1Β αναφέρεται συγκεκριμένα σε μια μορφή πάθησης που προκαλείται από ανεπάρκεια του ενζύμου διυδρολιποϋλ αφυδρογονάση (DLD). Πρόκειται για μια ασθένεια που επηρεάζει το μεταβολισμό των αμινοξέων λευκίνη, ισολευκίνη και βαλίνη. Υπολογίζεται ότι επηρεάζει 1 στα 185.000 παιδιά παγκοσμίως, ωστόσο, έχει μεγαλύτερη συχνότητα σε ορισμένους πληθυσμούς.

Ο γενετικός έλεγχος της νόσου με οσμή ούρων σαν σιρόπι σφενδάμου (MSUD) τύπου 1Β συμπεριλαμβάνεται στον Γενετικό Έλεγχο των Μονογονιδιακών Νοσημάτων της Διαγνωστικής Αθηνών μαζί με άλλα περίπου 100 κληρονομικά νοσήματα, μεταξύ των οποίων η κυστική ίνωση (71 μεταλλάξεις) και ο κληρονομικός καρκίνος του μαστού (γονίδια BRCA1 415 μεταλλάξεις & BRCA2 419 μεταλλάξεις).

Τα βασικά χαρακτηριστικά της νόσου με οσμή ούρων σαν σιρόπι σφενδάμου (MSUD) τύπου 1Β περιλαμβάνουν:

  • Ανεπάρκεια διυδρολιποϋλ αφυδρογονάσης: Το MSUD τύπου 1Β προκαλείται από μεταλλάξεις στο γονίδιο DLD, που οδηγεί σε ανεπάρκεια του ενζύμου διυδρολιποϋλ αφυδρογονάση. Αυτό το ένζυμο είναι μέρος του συμπλόκου άλφα-κετο οξέων αφυδρογονάσης διακλαδισμένης αλυσίδας, το οποίο εμπλέκεται στη διάσπαση των αμινοξέων διακλαδισμένης αλυσίδας (λευκίνη, ισολευκίνη και βαλίνη).
  • Συσσώρευση αμινοξέων: Λόγω της ανεπάρκειας του ενζύμου, υπάρχει συσσώρευση αμινοξέων διακλαδισμένης αλυσίδας στο αίμα και στους ιστούς, κατάσταση που οδηγεί σε τοξικότητα. Αυτά τα αμινοξέα και τα κετοξέα τους μπορεί να έχουν επιβλαβείς επιπτώσεις στο νευρικό σύστημα.
  • Νευρολογικά συμπτώματα: Τα αυξημένα επίπεδα αμινοξέων διακλαδισμένης αλυσίδας μπορεί να επηρεάσουν το κεντρικό νευρικό σύστημα, οδηγώντας σε νευρολογικά συμπτώματα. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν διανοητική αναπηρία, αναπτυξιακές καθυστερήσεις, επιληπτικές κρίσεις και άλλες νευρολογικές ανωμαλίες.
  • Οσμή σιροπιού σφενδάμου: Η χαρακτηριστική οσμή του σιροπιού σφενδάμου συχνά παρατηρείται στα ούρα, το κερί του αυτιού και τον ιδρώτα των προσβεβλημένων ατόμων, δίνοντας το όνομά της στη διαταραχή.
  • Διατροφικές δυσκολίες: Τα βρέφη με MSUD τύπου 1B μπορεί να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στη σίτιση.
  • Επείγοντα ιατρικά περιστατικά: Χωρίς σωστή διαχείριση, τα άτομα με MSUD τύπου 1Β διατρέχουν κίνδυνο μεταβολικής απορρύθμισης, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε οξέα επεισόδια σοβαρής νευρολογικής βλάβης, κώμα, ακόμη και θάνατο.

Η αντιμετώπιση της νόσου με οσμή ούρων σαν σιρόπι σφενδάμου τύπου 1Β περιλαμβάνει διατροφικούς περιορισμούς για τον περιορισμό της πρόσληψης αμινοξέων διακλαδισμένης αλυσίδας. Αυτό περιλαμβάνει συνήθως μια εξειδικευμένη φόρμουλα με μειωμένα επίπεδα λευκίνης, ισολευκίνης και βαλίνης. Η παρακολούθηση και η προσαρμογή της διατροφικής πρόσληψης πρωτεϊνών είναι απαραίτητη για την πρόληψη της μεταβολικής απορρύθμισης.

Επιπλέον, τα άτομα με MSUD τύπου 1B μπορεί να χρειάζονται στενή ιατρική παρακολούθηση, τακτικές εξετάσεις αίματος και συνεχή παρακολούθηση της ανάπτυξης  τους. Ο στόχος της θεραπείας είναι η διατήρηση των κατάλληλων επιπέδων αμινοξέων διακλαδισμένης αλυσίδας στο αίμα για την πρόληψη νευρολογικών επιπλοκών.

Η γενετική συμβουλευτική είναι σημαντική για τα επηρεαζόμενα άτομα και τις οικογένειές τους για να κατανοήσουν τον τρόπο κληρονομικότητας και τον κίνδυνο να αποκτήσουν προσβεβλημένα παιδιά.

Περισσότερες Πληροφορίες

Το MSUD είναι μια αυτοσωματική υπολειπόμενη νόσος που προκαλείται από μεταλλάξεις στα γονίδια που παράγουν τις υπομονάδες του συμπλόκου αφυδρογονάσης κετοξέων διακλαδισμένης αλυσίδας ή BCKDC. Το σύμπλεγμα έχει τέσσερις υπομονάδες: E1a, E1b, E2 και E3, οι οποίες κωδικοποιούνται από τα γονίδια BCKDHA, BCKDHB, DBT και DLD, αντίστοιχα. Οι περισσότερες περιπτώσεις οφείλονται σε παθογόνες παραλλαγές στα γονίδια BCKDHA (45%), BCKDHB (35%) και DBT (20%).

Οι παραλλαγές στα γονίδια BCKAC προκαλούν συσσώρευση αμινοξέων διακλαδισμένης αλυσίδας, ιδιαίτερα λευκίνης, και των α-κετοξέων τους.

Η παραλλαγή c.1312T>A στην υπομονάδα E1a εμποδίζει τη σωστή συναρμολόγησή της, οδηγώντας σε υποβάθμιση και απώλεια της δραστηριότητας του BCKDC. Η μετάλλαξη c.1312T>A μπορεί επίσης να βρεθεί σε ορισμένους ασθενείς σε σύνθετη ετεροζυγωτία και είναι χαρακτηριστική ορισμένων ελβετικών πληθυσμών.

Η πιο συχνή παθογόνος παραλλαγή στον εβραϊκό πληθυσμό Ασκενάζι είναι η c.548G>C (γονίδιο BCKDHB) με επιπολασμό 1 στα 113 άτομα.

Ο γενετικός έλεγχος της νόσου ούρων τύπου 1Β σιρόπι σφενδάμου αναλύει τις 12 πιο συχνές παθογόνες μεταλλάξεις του γονιδίου BCKDHA συν τις 12 πιο συχνές παθογόνες μεταλλάξεις του γονιδίου BCKDHB συν τις 6 πιο συχνές παθογόνες μεταλλάξεις του γονιδίου DBT.

Με την συγκεκριμένη τεχνική που χρησιμοποιείται στην γενετική ανάλυση, αναλύονται μόνον οι συγκεκριμένες μεταλλάξεις των γονιδίων που αναφέρονται και που βιβλιογραφικά είναι οι σημαντικότερες και οι πιο συχνές. Όμως θα πρέπει να σημειωθεί, ότι είναι πιθανόν να υπάρχουν και άλλες γονιδιακές ή χρωμοσωμικές μεταλλάξεις στα προς έλεγχο γονίδια και που δεν είναι δυνατόν να εντοπισθούν με την συγκεκριμένη μέθοδο. Για αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθούν διαφορετικές τεχνικές ανάλυσης όπως π.χ. η αλληλούχιση επόμενης γενιάς (NGS).

Επιπρόσθετες πληροφορίες
Share it