Η Συνδεσμική Πομφολυγώδης Επιδερμόλυση (JEB) είναι μια σπάνια γενετική διαταραχή που εμπίπτει στην ευρύτερη κατηγορία της Πομφολυγώδους Επιδερμόλυσης (EB). Η πομφολυγώδης επιδερμόλυση περιλαμβάνει μια ομάδα κληρονομικών δερματικών διαταραχών που χαρακτηρίζονται από φυσαλίδες και ευθραυστότητα του δέρματος ως απόκριση σε μικρά τραύματα ή τριβή. Η συνδεσμική πομφολυγώδης επιδερμόλυση είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένων ανωμαλιών στις πρωτεΐνες που βοηθούν να αγκιστρωθούν μεταξύ τους τα στρώματα του δέρματος. Η JEB είναι ο πιο σπάνιος τύπος πομφολυγώδους επιδερμόλυσης, με συχνότητα εμφάνισης 2.7 περιστατικών ανά 1.000.000 γεννήσεις.
Ο γενετικός έλεγχος της συνδεσμικής πομφολυγώδους επιδερμόλυσης (JEB) συμπεριλαμβάνεται στον Γενετικό Έλεγχο των Μονογονιδιακών Νοσημάτων της Διαγνωστικής Αθηνών μαζί με άλλα περίπου 100 κληρονομικά νοσήματα, μεταξύ των οποίων η κυστική ίνωση (71 μεταλλάξεις) και ο κληρονομικός καρκίνος του μαστού (γονίδια BRCA1 415 μεταλλάξεις & BRCA2 419 μεταλλάξεις).
Τα βασικά χαρακτηριστικά της συνδεσμικής πομφολυγώδους επιδερμόλυσης περιλαμβάνουν:
- Φυσαλίδες και διαβρώσεις του δέρματος: Τα άτομα με JEB εμφανίζουν φυσαλίδες και διαβρώσεις του δέρματος, συχνά ως απόκριση σε μικρά τραύματα ή τριβή. Οι φυσαλίδες μπορεί να εμφανιστούν στο δέρμα και στους βλεννογόνους, όπως στο στόμα και στο πεπτικό σύστημα.
- Ευθραυστότητα του δέρματος: Το δέρμα είναι εύθραυστο και επιρρεπές σε διαβρώσεις, οδηγώντας σε ανοιχτές πληγές και έλκη.
- Ουλές: Η επούλωση των τραυμάτων στη JEB μπορεί να οδηγήσει σε ουλές και οι επαναλαμβανόμενες φυσαλίδες και ουλές μπορεί να οδηγήσουν σε ρικνώσεις, περιορίζοντας την κινητικότητα των αρθρώσεων.
- Συμμετοχή του στόματος: Μπορεί να εμφανιστούν φυσαλίδες και διαβρώσεις στο στόμα, κάνοντας το μάσημα και την κατάποση δύσκολη. Μπορεί επίσης να υπάρχουν οδοντικές ανωμαλίες.
- Αναπνευστικές επιπλοκές: Σε σοβαρές περιπτώσεις, η συνδεσμική πομφολυγώδης επιδερμόλυση μπορεί να επηρεάσει την αναπνευστική οδό, οδηγώντας σε αναπνευστικές επιπλοκές, κατάσταση που μπορεί να είναι απειλητική για τη ζωή.
- Ανωμαλίες νυχιών και μαλλιών: Οι ασθενείς με JEB μπορεί να έχουν ανωμαλίες στα νύχια και τα μαλλιά.
Η JEB προκαλείται από μεταλλάξεις σε γονίδια που κωδικοποιούν πρωτεΐνες κρίσιμες για τη δομή και τη λειτουργία της βασικής μεμβράνης, όπου η επιδερμίδα (εξωτερικό στρώμα του δέρματος) προσκολλάται στο υποκείμενο χόριο. Οι μεταλλάξεις στα γονίδια LAMA3, LAMB3, LAMC2 και COL17A1 σχετίζονται με διάφορες μορφές συνδεσμικής πομφολυγώδους επιδερμόλυσης.
Η συνδεσμική πομφολυγώδης επιδερμόλυση κληρονομείται με αυτοσωμικό υπολειπόμενο τρόπο, που σημαίνει ότι τα προσβεβλημένα άτομα κληρονομούν δύο μεταλλαγμένα αντίγραφα του σχετικού γονιδίου (ένα από κάθε γονέα). Η σοβαρότητα των συμπτωμάτων μπορεί να ποικίλλει ευρέως και υπάρχουν διαφορετικοί υποτύποι της νόσου.
Η διαχείριση της συνδεσμικής πομφολυγώδους επιδερμόλυσης περιλαμβάνει υποστηρικτική φροντίδα για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων και των επιπλοκών. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει τη φροντίδα του τραύματος, τη διαχείριση των φυσαλίδων και των ουλών, διατροφική υποστήριξη και σε σοβαρές περιπτώσεις, αναπνευστική υποστήριξη.
Η γενετική συμβουλευτική είναι σημαντική για τις οικογένειες που επηρεάζονται από τη JEB για να κατανοήσουν τον τρόπο κληρονομικότητας, να αξιολογήσουν τον κίνδυνο να αποκτήσουν παιδιά με τη νόσο και να συζητήσουν επιλογές οικογενειακού προγραμματισμού.
Περισσότερες Πληροφορίες
Η JEB μπορεί να προκληθεί από μεταλλάξεις σε πολλά γονίδια, όπως: LAMB3 (70% όλων των περιπτώσεων JEB), COL17A1 (12%), LAMC2 (9%) και LAMA3 (9%). Το γονίδιο LAMB3, το πιο κοινό, κωδικοποιεί τη λαμινίνη βήτα-3, μια πρωτεΐνη της βασικής μεμβράνης. Δεδομένου ότι η JEB ακολουθεί έναν αυτοσωμικό υπολειπόμενο τρόπο κληρονομικότητας, απαιτούνται δύο αντίγραφα της ίδιας μετάλλαξης για την εμφάνιση της νόσου, αν και έχουν παρατηρηθεί και περιπτώσεις σύνθετων ετεροζυγωτών (ασθενείς με δύο διαφορετικές μεταλλάξεις στην ετεροζυγωτία).
Οι μεταλλάξεις c.1903C>T και c.124C>T στο γονίδιο LAMB3 είναι συχνές σε Καυκάσιους ασθενείς με τη νόσο. Και τα δύο προκαλούν την εμφάνιση ενός πρώιμου κωδικονίου τερματισμού και κατά συνέπεια την απώλεια της λειτουργίας της πρωτεΐνης. Υπολογίζεται ότι οι μεταλλάξεις c.124C>T και c.1903C>T αντιπροσωπεύουν το 50% των μεταλλαγμένων αλληλόμορφων LAMB3.
Ο γενετικός έλεγχος της συνδεσμικής πομφολυγώδους επιδερμόλυσης αναλύει τις 6 πιο συχνές παθογόνες μεταλλάξεις του γονιδίου LAMB3.
Με την συγκεκριμένη τεχνική που χρησιμοποιείται στην γενετική ανάλυση, αναλύονται μόνον οι συγκεκριμένες μεταλλάξεις των γονιδίων που αναφέρονται και που βιβλιογραφικά είναι οι σημαντικότερες και οι πιο συχνές. Όμως θα πρέπει να σημειωθεί, ότι είναι πιθανόν να υπάρχουν και άλλες γονιδιακές ή χρωμοσωμικές μεταλλάξεις στα προς έλεγχο γονίδια και που δεν είναι δυνατόν να εντοπισθούν με την συγκεκριμένη μέθοδο. Για αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθούν διαφορετικές τεχνικές ανάλυσης όπως π.χ. η αλληλούχιση επόμενης γενιάς (NGS).