URL path: Αρχική σελίδα // Σύνδρομο Leigh Γαλλοκαναδικού Τύπου, Γενετικός Έλεγχος

Σύνδρομο Leigh Γαλλοκαναδικού Τύπου, Γενετικός Έλεγχος

Το σύνδρομο Leigh, γαλλοκαναδικού τύπου (LSFC), είναι μια σπάνια και ειδική μορφή του συνδρόμου Leigh, το οποίο είναι μια σοβαρή νευρολογική διαταραχή που εμφανίζεται συνήθως στη βρεφική ή πρώιμη παιδική ηλικία. Το σύνδρομο Leigh χαρακτηρίζεται από προοδευτικό νευροεκφυλισμό που επηρεάζει το κεντρικό νευρικό σύστημα, οδηγώντας σε αναπτυξιακή παλινδρόμηση, κινητικές ανωμαλίες και άλλα νευρολογικά συμπτώματα.

Ο γενετικός έλεγχος του συνδρόμου Leigh γαλλοκαναδικού τύπου (LSFC) συμπεριλαμβάνεται στον Γενετικό Έλεγχο των Μονογονιδιακών Νοσημάτων της Διαγνωστικής Αθηνών μαζί με άλλα περίπου 100 κληρονομικά νοσήματα, μεταξύ των οποίων η κυστική ίνωση (71 μεταλλάξεις) και ο κληρονομικός καρκίνος του μαστού (γονίδια BRCA1 415 μεταλλάξεις & BRCA2 419 μεταλλάξεις).

Τα βασικά χαρακτηριστικά του συνδρόμου Leigh, γαλλοκαναδικού τύπου (LSFC), περιλαμβάνουν:

  • Μιτοχονδριακή δυσλειτουργία: Όπως και άλλες μορφές συνδρόμου Leigh, το LSFC σχετίζεται με μιτοχονδριακή δυσλειτουργία, η οποία βλάπτει τις διαδικασίες παραγωγής ενέργειας μέσα στα κύτταρα.
  • Έναρξη και εξέλιξη: Το LSFC συνήθως εμφανίζεται στη βρεφική ηλικία και τα συμπτώματα επιδεινώνονται προοδευτικά με την πάροδο του χρόνου. Ο ρυθμός εξέλιξης μπορεί να ποικίλλει μεταξύ των προσβεβλημένων ατόμων.
  • Αναπτυξιακή παλινδρόμηση: Τα παιδιά με LSFC βιώνουν αναπτυξιακή παλινδρόμηση, που σημαίνει απώλεια αναπτυξιακών ορόσημων που είχαν αποκτήσει προηγουμένως. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει απώλεια κινητικών δεξιοτήτων, γλωσσικών δεξιοτήτων και γνωστικών ικανοτήτων.
  • Κινητικές ανωμαλίες: Τα άτομα με LSFC μπορεί να εμφανίσουν κινητικές ανωμαλίες όπως υποτονία (χαμηλός μυϊκός τόνος), σπαστικότητα (δύσκαμπτοι μύες) και αταξία (έλλειψη συντονισμού). Αυτές οι κινητικές βλάβες μπορούν να επηρεάσουν την κινητικότητα.
  • Επιληπτικές κρίσεις: Οι σπασμοί είναι συχνοί σε άτομα με LSFC και μπορούν να συμβάλουν στη συνολική νευρολογική δυσλειτουργία.
  • Συμμετοχή εγκεφαλικού στελέχους και βασικών γαγγλίων: Μελέτες νευροαπεικόνισης, όπως η μαγνητική τομογραφία (MRI), συχνά αποκαλύπτουν ανωμαλίες στο εγκεφαλικό στέλεχος και στα βασικά γάγγλια. Αυτές οι περιοχές είναι κρίσιμες για τον έλεγχο και τον συντονισμό των κινήσεων.
  • Υψηλή συχνότητα εμφάνισης στον γαλλοκαναδικό πληθυσμό: Το LSFC έχει υψηλότερο επιπολασμό στον γαλλοκαναδικό πληθυσμό λόγω μιας συγκεκριμένης γενετικής μετάλλαξης που έχει εντοπιστεί σε προσβεβλημένα άτομα. Η διαταραχή προκαλείται από μεταλλάξεις στο γονίδιο LRPPRC.
  • Μεταβολική οξέωση: Μερικοί ασθενείς με LSFC μπορεί να αναπτύξουν μεταβολική οξέωση, μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από αυξημένη οξύτητα στο αίμα.

Επί του παρόντος δεν υπάρχει θεραπεία για το σύνδρομο Leigh και η διαχείριση επικεντρώνεται συνήθως στην υποστηρικτική φροντίδα για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων. Η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει φυσικοθεραπεία και εργοθεραπεία, τη διαχείριση των επιληπτικών κρίσεων και διατροφική υποστήριξη.

Η πρόγνωση για τα άτομα με LSFC είναι γενικά κακή και η διαταραχή μπορεί να είναι περιοριστική για τη ζωή. Η έγκαιρη διάγνωση μέσω γενετικών εξετάσεων είναι απαραίτητη για την παροχή της κατάλληλης φροντίδας και υποστήριξης στα άτομα που έχουν προσβληθεί και τις οικογένειές τους. Η γενετική συμβουλευτική είναι σημαντική για οικογένειες με ιστορικό LSFC για την αξιολόγηση του κινδύνου προσβολής των παιδιών και για την παροχή πληροφοριών σχετικά με τις επιλογές οικογενειακού προγραμματισμού.

Περισσότερες Πληροφορίες

Το σύνδρομο Leigh, γαλλοκαναδικού τύπου, προκαλείται από παθογόνες παραλλαγές στο γονίδιο LRPPRC που κωδικοποιεί μια πρωτεΐνη πλούσια σε λευκίνη της οικογένειας επαναλαμβανόμενων πεπτιδίων πεντατραπίνης (PPR), που φαίνεται να συμμετέχει στη μεταφορά και τη σταθερότητα του ώριμου μιτοχονδριακού αγγελιοφόρου RNA . Έχει παρατηρηθεί ότι όλοι οι ασθενείς με αυτή την κατάσταση έχουν ανεπάρκεια στο ένζυμο οξειδάση του κυτοχρώματος C (COX) το οποίο συμμετέχει στην αναπνευστική αλυσίδα. Η ανάλυση των επιπέδων γαλακτικού στο αίμα, ο προσδιορισμός της δραστηριότητας της COX στους ινοβλάστες και ο εντοπισμός της μετάλλαξης c.1061C>T στο γονίδιο LRPPRC βοηθούν στη διάγνωση του συνδρόμου.

Η μετάλλαξη c.1061C>T (p.Ala354Val) παράγει μια αλλαγή των αμινοξέων που επηρεάζει τη δευτεροταγή δομή της πρωτεΐνης. Λειτουργικές μελέτες δείχνουν ότι αυτή η αλλαγή επηρεάζει τη διακίνηση πρωτεϊνών στα μιτοχόνδρια. Έχει βρεθεί σε ασθενείς τόσο σε ομοζυγωτία όσο και σε σύνθετη ετεροζυγωτία (ένα αντίγραφο της c.1061C>T σε συνδυασμό με μια άλλη παθογόνο μετάλλαξη στο LRPPRC).

Ο γενετικός έλεγχος του συνδρόμου Leigh γαλλοκαναδικού τύπου, αναλύει την πιο συχνή παθογόνο μετάλλαξη του γονιδίου LRPPRC.

Με την συγκεκριμένη τεχνική που χρησιμοποιείται στην γενετική ανάλυση, αναλύονται μόνον οι συγκεκριμένες μεταλλάξεις των γονιδίων που αναφέρονται και που βιβλιογραφικά είναι οι σημαντικότερες και οι πιο συχνές. Όμως θα πρέπει να σημειωθεί, ότι είναι πιθανόν να υπάρχουν και άλλες γονιδιακές ή χρωμοσωμικές μεταλλάξεις στα προς έλεγχο γονίδια και που δεν είναι δυνατόν να εντοπισθούν με την συγκεκριμένη μέθοδο. Για αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθούν διαφορετικές τεχνικές ανάλυσης όπως π.χ. η αλληλούχιση επόμενης γενιάς (NGS).

Επιπρόσθετες πληροφορίες
Share it