Η τυροσιναιμία τύπου Ι (HT1) είναι μια σπάνια κληρονομική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από την ανεπάρκεια ενός ενζύμου που ονομάζεται φουμαρυλακετοοξική υδρολάση (FAH). Αυτό το ένζυμο είναι απαραίτητο για τη διάσπαση του αμινοξέος τυροσίνη. Όταν η FAH είναι ανεπαρκής, τοξικά υποπροϊόντα συσσωρεύονται στο σώμα, οδηγώντας σε διάφορα προβλήματα υγείας. Η τυροσιναιμία τύπου Ι είναι επίσης γνωστή ως ηπατονεφρική τυροσιναιμία ή ανεπάρκεια φουμαρυλακετοακετάσης. Ο επιπολασμός της τυροσιναιμίας τύπου Ι υπολογίζεται σε 1 περίπτωση ανά 100.000 πληθυσμού, αν και είναι ιδιαίτερα συχνός στην περιοχή του Κεμπέκ του Καναδά.
Ο γενετικός έλεγχος της της τυροσιναιμίας τύπου Ι (HT1) συμπεριλαμβάνεται στον Γενετικό Έλεγχο των Μονογονιδιακών Νοσημάτων της Διαγνωστικής Αθηνών μαζί με άλλα περίπου 100 κληρονομικά νοσήματα, μεταξύ των οποίων η κυστική ίνωση (71 μεταλλάξεις) και ο κληρονομικός καρκίνος του μαστού (γονίδια BRCA1 415 μεταλλάξεις & BRCA2 419 μεταλλάξεις).
Τα βασικά χαρακτηριστικά της τυροσιναιμίας τύπου Ι είναι:
- Γενετική βάση: Η τυροσιναιμία τύπου Ι είναι μια αυτοσωμική υπολειπόμενη διαταραχή, που σημαίνει ότι ένα άτομο πρέπει να κληρονομήσει δύο αντίγραφα του μεταλλαγμένου γονιδίου (FAH) — ένα από κάθε γονέα — για να αναπτύξει την πάθηση. Οι μεταλλάξεις στο γονίδιο FAH οδηγούν σε ανεπάρκεια του ενζύμου FAH.
- Συσσώρευση μεταβολιτών τυροσίνης: Λόγω της έλλειψης δραστικότητας του ενζύμου FAH, υπάρχει συσσώρευση τυροσίνης και των μεταβολιτών της, συμπεριλαμβανομένου του φουμαρυλακετοοξικού και της σουκινυλακετόνης. Αυτές οι ουσίες μπορεί να είναι τοξικές, ιδιαίτερα για το ήπαρ, τα νεφρά και το νευρικό σύστημα.
- Συμπτώματα: Τα συμπτώματα της τυροσιναιμίας τύπου Ι μπορεί να εκδηλωθούν στην πρώιμη βρεφική ηλικία. Μπορεί να περιλαμβάνουν αδυναμία ανάπτυξης, οσμή λάχανου στα ούρα (λόγω της σουκινυλακετόνης), ηπατική νόσο, νεφρικά προβλήματα και νευρολογικά προβλήματα. Χωρίς θεραπεία, η ασθένεια μπορεί να εξελιχθεί γρήγορα και να οδηγήσει σε ηπατική ανεπάρκεια, νεφρική δυσλειτουργία και υψηλό κίνδυνο ηπατοκυτταρικού καρκινώματος.
- Ηπατική προσβολή: Η ηπατική νόσος είναι ένα σημαντικό συστατικό της τυροσιναιμίας τύπου Ι. Η ηπατομεγαλία (διογκωμένο ήπαρ), ο ίκτερος και η ηπατική δυσλειτουργία είναι κοινά. Σε σοβαρές περιπτώσεις, μπορεί να εμφανιστεί ηπατική ανεπάρκεια.
- Νεφρική προσβολή: Οι νεφροί επηρεάζονται επίσης και μπορεί να εμφανιστεί νεφρική δυσλειτουργία, η οποία δυνητικά οδηγεί σε σύνδρομο Fanconi.
- Νευρολογικές επιπλοκές: Τα νευρολογικά συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν αναπτυξιακή καθυστέρηση, διανοητική αναπηρία και περιφερική νευροπάθεια. Μπορεί να συμβεί νευρολογική προσβολή εάν η νόσος δεν αντιμετωπιστεί επαρκώς.
- Διάγνωση: Η διάγνωση βασίζεται συνήθως στην κλινική εικόνα, τις βιοχημικές εξετάσεις και τη γενετική ανάλυση για τον εντοπισμό μεταλλάξεων στο γονίδιο FAH. Ο προσυμπτωματικός έλεγχος των νεογνών μπορεί επίσης να ανιχνεύσει αυξημένα επίπεδα τυροσίνης και σουκινυλακετόνης.
- Θεραπεία: Η βάση της θεραπείας για την τυροσιναιμία τύπου Ι περιλαμβάνει μια ειδική δίαιτα που περιορίζει την πρόσληψη τυροσίνης και φαινυλαλανίνης. Αυτή η δίαιτα χαμηλή σε πρωτεΐνες, σε συνδυασμό με φάρμακα όπως η νιτισινόνη (η οποία αναστέλλει την παραγωγή τοξικών μεταβολιτών), στοχεύει στην πρόληψη της συσσώρευσης επιβλαβών ουσιών και στη διαχείριση της νόσου. Σε σοβαρές περιπτώσεις, μπορεί να εξεταστεί το ενδεχόμενο μεταμόσχευσης ήπατος.
Η έγκαιρη διάγνωση και παρέμβαση είναι ζωτικής σημασίας για τη διαχείριση της τυροσιναιμίας τύπου Ι. Η τακτική ιατρική παρακολούθηση και η δια βίου διατροφική διαχείριση είναι συχνά απαραίτητες για άτομα με αυτή την πάθηση.
Περισσότερες Πληροφορίες
Η τυροσιναιμία τύπου Ι οφείλεται στην παρουσία μεταλλάξεων στο γονίδιο FAH και κληρονομείται με αυτοσωμικό υπολειπόμενο τρόπο. Η παρουσία παθογόνων παραλλαγών στην ομοζυγωτία ή στη σύνθετη ετεροζυγωτία στο γονίδιο FAH, μπορεί να οδηγήσει στη συσσώρευση τοξικών ενδιαμέσων και στην αναστολή της σύνθεσης της πορφοχολινογόνου.
Η παραλλαγή c.554-1G>T (IVS6-1G>T) είναι μια κοινή παραλλαγή σε ασθενείς με τυροσιναιμία τύπου Ι στην Ευρώπη. Αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 16% των αλληλόμορφων που σχετίζονται με αυτήν την ασθένεια παγκοσμίως.
Υπάρχουν και άλλες παραλλαγές που κυριαρχούν σε ορισμένους πληθυσμούς όπως η c.782C>T (p.Pro261Leu) που είναι μία από τις πιο συχνές σε άτομα Εβραϊκής καταγωγής Ασκενάζι με τυροσιναιμία τύπου Ι. Οι μεταλλάξεις c.786G>A (p.Trp262Ter) και c.1009G>A (p.Gly337Ser) είναι συχνές σε ασθενείς από Σκανδιναβικές χώρες, η παραλλαγή c.786G>A είναι η πιο συχνή παραλλαγή που προκαλεί τυροσιναιμία τύπου Ι στη Φινλανδία.
Η παραλλαγή c.1062+5G>A (IVS12+5G>A) είναι μία από τις πιο συχνές, με ιδιαίτερη επικράτηση στον γαλλοκαναδικό πληθυσμό, όπου αντιπροσωπεύει το 90% των μεταλλαγμένων αλληλόμορφων σε αυτόν τον πληθυσμό. Η μετάλλαξη c.1062+5G>A είναι επίσης ευρέως διαδεδομένη σε όλη τη Μεσόγειο.
Ο γενετικός έλεγχος της της τυροσιναιμίας τύπου Ι αναλύει τις 8 πιο συχνές παθογόνες μεταλλάξεις του γονιδίου FAH.
Με την συγκεκριμένη τεχνική που χρησιμοποιείται στην γενετική ανάλυση, αναλύονται μόνον οι συγκεκριμένες μεταλλάξεις των γονιδίων που αναφέρονται και που βιβλιογραφικά είναι οι σημαντικότερες και οι πιο συχνές. Όμως θα πρέπει να σημειωθεί, ότι είναι πιθανόν να υπάρχουν και άλλες γονιδιακές ή χρωμοσωμικές μεταλλάξεις στα προς έλεγχο γονίδια και που δεν είναι δυνατόν να εντοπισθούν με την συγκεκριμένη μέθοδο. Για αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθούν διαφορετικές τεχνικές ανάλυσης όπως π.χ. η αλληλούχιση επόμενης γενιάς (NGS).