Ο προσδιορισμός των χολικών οξέων στον ορό, χρησιμοποιείται για:
- Την αξιολόγηση των μεταβολών της ηπατικής λειτουργίας πριν από τη δημιουργία προχωρημένων κλινικών συμπτωμάτων, όπως ο ίκτερος
- Τον προσδιορισμό της ηπατικής δυσλειτουργίας, ως αποτέλεσμα χημικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων
- Ως δείκτης ηπατικής ιστικής βελτίωσης σε ασθενείς με χρόνια ηπατίτιδα C που ανταποκρίθηκαν στη θεραπεία με ιντερφερόνη
- Ως δείκτης ενδοηπατικής χολόστασης της κύησης
Περισσότερες Πληροφορίες
Τα χολικά οξέα (χολικό οξύ, δεοξυχολικό οξύ και χηνοδεοξυχολικό οξύ) σχηματίζονται στο ήπαρ από χοληστερόλη, συζευγμένα κυρίως με γλυκίνη και ταυρίνη, αποθηκεύονται και συμπυκνώνονται στη χοληδόχο κύστη και εκκρίνονται στο έντερο μετά τη λήψη ενός γεύματος. Στον εντερικό αυλό, τα χολικά οξέα χρησιμεύουν για τη γαλακτωματοποίηση των προσλαμβανόμενων λιπών βοηθώντας έτσι την πέψη. Κατά τη διάρκεια της φάσης απορρόφησης, περίπου το 90% των χολικών οξέων επαναρροφούνται.
Η αποτελεσματικότητα της ηπατικής κάθαρσης των χολικών οξέων από το αίμα της πυλαίας φλέβας, διατηρεί τις συγκεντρώσεις των χολικών οξέων στον ορό σε χαμηλά επίπεδα σε φυσιολογικά άτομα. Η αύξηση των επιπέδων τους λόγω διαταραχής της ηπατικής κάθαρσης, είναι ένας ευαίσθητος δείκτης ηπατικής νόσου. Μετά από γεύματα, τα επίπεδα των χολικών οξέων στον ορό αυξάνουν λίγο σε φυσιολογικά άτομα, αλλά αυξάνονται σημαντικά σε ασθενείς με διάφορες παθήσεις του ήπατος, συμπεριλαμβανομένης της κίρρωσης, της ηπατίτιδας, της χολόστασης, της θρόμβωσης της πυλαίας φλέβας, του συνδρόμου Budd-Chiari, της χολαγγειίτιδας, της νόσου Wilson και της αιμοχρωμάτωσης. Δεν παρατηρείται καμία αύξηση στα χολικά οξέα, σε ασθενείς με εντερική δυσαπορρόφηση. Μεταβολικές ηπατικές διαταραχές (π.χ. σύνδρομο Gilbert, σύνδρομο Crigler-Najjar, σύνδρομο Dubin-Johnson) δεν προκαλούν παθολογικές συγκεντρώσεις χολικών οξέων.
Η μέτρηση των χολικών οξέων αξιολογεί τον εντεροηπατικό κύκλο που αποτελείται από το χολικό σύστημα, το έντερο, την κυκλοφορία της πυλαίας φλέβας και τα ηπατοκύτταρα.
Σημαντική Σημείωση
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων αποτελούν την σημαντικότερη παράμετρο για τη διάγνωση και την παρακολούθηση όλων των παθολογικών καταστάσεων. Το 70-80% των διαγνωστικών αποφάσεων βασίζεται στις εργαστηριακές εξετάσεις. Η ορθή ερμηνεία των εργαστηριακών αποτελεσμάτων επιτρέπει στον γιατρό να διακρίνει την "υγεία" από τη "νόσο".
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων δεν πρέπει να ερμηνεύονται ως το αριθμητικό αποτέλεσμα μιας μεμονωμένης ανάλυσης. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων πρέπει να ερμηνεύονται σε σχέση με το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό, τα κλινικά ευρήματα και τα αποτελέσματα άλλων εργαστηριακών εξετάσεων και πληροφοριών. Ο προσωπικός σας γιατρός μπορεί να εξηγήσει τη σημασία των αποτελεσμάτων των εξετάσεων σας.
Στη Διαγνωστική Αθηνών απαντάμε σε κάθε σας απορία σχετικά με τις εξετάσεις που κάνετε στο εργαστήριο μας και επικοινωνούμε με τον γιατρό σας προκειμένου να έχετε την καλύτερη δυνατή ιατρική φροντίδα.