Ο ορολογικός έλεγχος για Candida περιλαμβάνει την εξέταση του αίματος για την παρουσία ειδικών αντισωμάτων έναντι του μύκητα Candida. Ο έλεγχος του αίματος για τα αντισώματα όλων των κλάσεων IgG, IgA, IgM και IgE χρειάζεται ορισμένες φορές για να επιβεβαιώσει την παρούσα ή ακόμη και προηγούμενες λοιμώξεις από Candida albicans. Επιπλέον, ο αιματολογικός έλεγχος των αντισωμάτων μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την παρακολούθηση της θεραπευτικής παρέμβασης έναντι του μύκητα.
Τι επιμέρους εξετάσεις περιλαμβάνει ο έλεγχος των αντισωμάτων για Candida
Τα αντισώματα IgG είναι τα επικρατούντα αντισώματα που σχηματίζονται κατά τη δευτερογενή έκθεση στην Candida και αντανακλά σε παρελθούσα ή συνεχιζόμενη μόλυνση. Τα αντισώματα IgG παράγονται όταν τα επίπεδα των IgM αντισωμάτων μειώνονται μετά την αρχική (πρωτογενή) έκθεση. Τα αντισώματα IgG ενεργοποιούν το συμπλήρωμα και βοηθούν το φαγοκυτταρικό σύστημα για την εξάλειψη των αντιγόνων από τον εξωαγγειακό χώρο. Τα αντισώματα IgG αντιπροσωπεύουν την κύρια κατηγορία των ανθρώπινων ανοσοσφαιρινών και είναι ομοιόμορφα κατανεμημένα τόσο ενδο-αγγειακά (στον ορό του αίματος) όσο και σε εξω-αγγειακά υγρά. Τα ειδικά IgG αντισώματα μπορεί να ανιχνεύονται για πολλά χρόνια μετά την εξάλειψη της λοίμωξης.
Τα αντισώματα IgA βρίσκονται στις βλεννώδεις εκκρίσεις και είναι σημαντικά για την τοπική ανοσία των βλεννογόνων. Παρά το γεγονός ότι αντιπροσωπεύουν μόνο το 15-20% των ανθρώπινων ανοσοσφαιρινών στον ορό, είναι η κυρίαρχη τάξη αντισωμάτων στις οροβλεννώδεις εκκρίσεις. Τα υψηλά επίπεδα των ειδικών IgA αντισωμάτων έναντι της Candida όπως μετρώνται στο ορό, πιστεύεται ότι συνδέονται με λοιμώξεις από Candida των βλεννογόνων του γαστρεντερικού, του αναπνευστικού και του ουροποιογεννητικού συστήματος.
Τα αντισώματα IgM είναι τα πρώτα αντισώματα που σχηματίζονται μετά την πρωτογενή έκθεση στον μύκητα. Η ανοσοσφαιρίνη IgM ενεργοποιεί άμεσα το συμπλήρωμα και βοηθά το φαγοκυτταρικό σύστημα στην εξάλειψη του αντιγόνου από τον ενδαγγειακό χώρο. Τα αντισώματα IgM περιορίζονται στον ενδοαγγειακό χώρο και θεωρούνται ως οι κυρίαρχες ανοσοσφαιρίνες στις πρωτοπαθείς λοιμώξεις. Συχνά, κατά τις επαναμολύνσεις, τα επίπεδα των IgM αντισωμάτων μπορεί να μην είναι τόσο υψηλά, όπως στις πρωτογενείς λοιμώξεις.
Τα αντισώματα IgE είναι υπεύθυνα για την εμφάνιση αλλεργικών αντιδράσεων έναντι της Candida. Ο μύκητας Candida εκτός από τον ανθρώπινο οργανισμό βρίσκεται και στο περιβάλλον, στο έδαφος και όπου υπάρχουν οργανικά υπολείμματα καθώς και στον αέρα από τις εκκρίσεις άλλων ανθρώπων ή ζώων. Έτσι μπορεί να προκληθούν αλλεργικές αντιδράσεις ακόμη και από την εισπνοή των μυκήτων.
Οι προδιαθεσικοί παράγοντες που μπορεί να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη οξείας και χρόνιας καντιντίασης περιλαμβάνουν το τραύμα (μόλυνση), τις χειρουργικές επεμβάσεις, την παρουσία υποκείμενων νοσημάτων (σακχαρώδης διαβήτης, νόσος του Addison), τη λήψη φαρμάκων (κορτικοστεροειδή, αντιβιοτικά, αντισυλληπτικά), σε περιπτώσεις ανοσοανεπάρκειας, κατά την εγκυμοσύνη, είναι συχνότερη στους ηλικιωμένους και στα παιδιά, ενώ ο υποσιτισμός και η κακή θρέψη αποτελούν επίσης προδιαθεσικούς παράγοντες.