Η μέτρηση της ολικής αντιοξειδωτικής ικανότητας του πλάσματος χρησιμοποιείται για την εκτίμηση της κατάστασης των αντιοξειδωτικών αμυντικών συστημάτων του οργανισμού και τον κίνδυνο ανάπτυξης νοσημάτων οφειλόμενων στο οξειδωτικό στρες.
Περισσότερες Πληροφορίες
Οι δραστικές ρίζες οξυγόνου (ROS) παράγονται ως συνέπεια του φυσιολογικού αερόβιου μεταβολισμού. Αυτές οι ελεύθερες ρίζες συνήθως απομακρύνονται ή μετατρέπονται σε άλλα προϊόντα in vivo από μια σειρά αντιοξειδωτικών συστημάτων. Τα αντιοξειδωτικά είναι συνήθως χημικώς σταθερά άτομα και μόρια, τα οποία έχουν ένα (ή σπάνια περισσότερα) ελεύθερα ηλεκτρόνια στην εξωτερική τους στιβάδα ηλεκτρονίων. Ένα αντιοξειδωτικό είναι ένα μόριο ικανό να επιβραδύνει ή να παρεμποδίσει την οξείδωση άλλων μορίων. Τα αντιοξειδωτικά προστατεύουν τα κύτταρα από τις βλάβες που προκαλούνται από τις δραστικές ρίζες οξυγόνου που παράγονται κατά τις αντιδράσεις οξείδωσης μέσα στο κύτταρο. Σχεδόν όλα τα βιομόρια, αλλά κυρίως οι βιομεμβράνες, οι πρωτεΐνες και τα νουκλεϊκά οξέα, μπορεί να προσβληθούν από τις δραστικές ελεύθερες ρίζες. Οι ελεύθερες ρίζες ευθύνονται για πολλές παθολογικές καταστάσεις ή μπορούν να παραχθούν ως αποτέλεσμα της παθολογικής κατάστασης και να προκαλέσουν σημαντικές βλάβες στα βιολογικά συστήματα και τα κύτταρα.
Η σχέση μεταξύ των ελευθέρων ριζών και ορισμένων σοβαρών ασθενειών, συμπεριλαμβανομένων της νόσου Parkinson και της νόσου Alzheimer, της αθηροσκλήρωσης, του εμφράγματος του μυοκαρδίου και του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης, είναι πλέον καλά τεκμηριωμένη. Ωστόσο, το βραχυπρόθεσμο οξειδωτικό στρες, δηλαδή η έλλειψη ισορροπίας μεταξύ σχηματισμού και απομάκρυνσης των δραστικών ριζών οξυγόνου, μπορεί να είναι σημαντική στην πρόληψη της γήρανσης λόγω της ενεργοποίησης μιας διαδικασίας που είναι γνωστή ως όρμηση (hormesis). Κατά μέσο όρο, το 65-70% του πληθυσμού επηρεάζεται υπερβολικά από το οξειδωτικό στρες που προκαλείται από τις ελεύθερες ρίζες οξυγόνου.
Το προστατευτικό αντιοξειδωτικό σύστημα των οργανισμών βασίζεται στη δράση συγκεκριμένων ενζύμων, ιδιαίτερα της δισμουτάσης του υπεροξειδίου, της υπεροξειδάσης της γλουταθειόνης, της καταλάσης, της αναγωγάσης (ρεδουκτάσης) της γλουταθειόνης καθώς και μη ενζυμικών ενώσεων με αντιοξειδωτική δράση όπως της τοκοφερόλης, του L-ασκορβικού οξέος (βιταμίνης C), της γλουταθειόνης, του συνενζύμου Q10, των φλαβονοειδών, της αλβουμίνης και άλλων μορίων. Η υπερβολική παραγωγή αντιδραστικών ριζών οξυγόνου μπορεί να οδηγήσει σε φλεγμονή, σε πρόωρη γήρανση και σε διάφορες παθολογικές καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου, του διαβήτη και της αθηροσκλήρωσης. Οι οργανισμοί έχουν αναπτύξει πολύπλοκα αντιοξειδωτικά συστήματα για να προστατευθούν από το οξειδωτικό στρες, ωστόσο η περίσσεια ROS μπορεί να υπερνικήσει τα συστήματα και να προκαλέσει σοβαρές οξειδωτικές βλάβες.
Η μέτρηση της ολικής αντιοξειδωτικής ικανότητας του πλάσματος (Total Antioxidant Capacity, TAC) εκτιμάει τη λειτουργική κατάσταση του συνόλου των αντιοξειδωτικών συστημάτων του οργανισμού, δηλαδή του συνόλου των ενζυμικών και μη ενζυμικών αντιοξειδωτικών ενώσεων.