URL path: Αρχική σελίδα // Ζονουλίνη Ορού

Ζονουλίνη Ορού

Η μέτρηση της ζονουλίνης στον ορό αποτελεί έναν πολύ σημαντικό δείκτη για την εκτίμηση του διαρρέοντος εντέρου (leaky gut). Αυξημένα επίπεδα της ζονουλίνης στον ορό ή καλύτερα των πρωτεϊνών της οικογένειας της ζονουλίνης (Zonulin Family Protein, ZFP) σχετίζονται με παθολογικά αποτελέσματα της εξέτασης του διαρρέοντος εντέρου με τη χρήση Λακτουλόζης / Μαννιτόλης, τον πιο γνωστό και τεκμηριωμένο τρόπο ελέγχου της εντερικής διαπερατότητας. Αυξημένα επίπεδα ζονουλίνης έχουν συσχετιστεί με μεταβολικό σύνδρομο, με παχυσαρκία και ορισμένες αυτοάνοσες και φλεγμονώδεις καταστάσεις καθώς και ορισμένα νεοπλάσματα. Τέτοιες παθολογικές καταστάσεις περιλαμβάνουν την κοιλιοκάκη, τον σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι, τη νεανική μη αλκοολική λιπώδη διήθηση του ήπατος ενώ υπάρχουν και σημαντικές ενδείξεις για την παρουσία υψηλών συγκεντρώσεων ζονουλίνης στον ορό και σε καταστάσεις όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, το άσθμα και τα φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου.

Η μέτρηση της ζονουλίνης στον ορό μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως κλινικά ισοδύναμη εξέταση με την εξέταση Λακτουλόζης / Μαννιτόλης για τον έλεγχο του διαρρέοντος εντέρου.

Τι είναι η ζονουλίνη;

Η ζονουλίνη είναι μια πρωτεΐνη που συντίθεται από εντερικά και ηπατικά κύτταρα και ρυθμίζει αναστρέψιμα την διαπερατότητα του εντέρου διαμορφώνοντας τη διαπερατότητα των στενών συνδέσεων (ή στενών συνδέσμων, tight junctions) μεταξύ των κυττάρων του εντερικού επιθηλίου. Η ζονουλίνη ανακαλύφθηκε το 2000 από τον Alessio Fasano και την ομάδα του στο πανεπιστήμιο του Maryland. Η ομάδα του Δρ. Fasano διαπίστωσε ότι τα κύτταρα στο ανθρώπινο έντερο παράγουν μια πρωτεΐνη που είναι σχεδόν ταυτόσημη με την τοξίνη zonula occludens του δονακίου της χολέρας και την ονόμασαν ζονουλίνη. Το κλασικό σύμπτωμα της χολέρας είναι άφθονη, υδαρή και εξουθενωτική διάρροια και μία από τις βακτηριακές τοξίνες του δονακίου της χολέρας που ονομάζεται τοξίνη zonula occludens, έχει βρεθεί ότι ανοίγει πολύ γρήγορα και αναστρέψιμα τις στενές συνδέσεις μεταξύ των εντερικών κυττάρων προκαλώντας προσωρινά διαρροή στο έντερο. Καθώς οι συνδέσεις χαλαρώνουν, το νερό μπορεί να ρέει γρήγορα προς τον αυλό του εντέρου προκαλώντας διάρροια και θέτοντας τους πάσχοντες σε σοβαρό κίνδυνο αφυδάτωσης. Η ζονουλίνη που απομονώθηκε από τα κύτταρα του ανθρώπινου εντέρου διαπιστώθηκε ότι αυξάνει την εντερική διαπερατότητα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Η ζονουλίνη απελευθερώνεται από τα κύτταρα του εντέρου προκειμένου να ρυθμίσει τη δομή και τη λειτουργία των στενών συνδέσεων. Η ζονουλίνη είναι μέχρι στιγμής ο μοναδικός γνωστός διαμορφωτής των διακυτταρικών στενών συνδέσεων που μπορεί να επηρεάσει τη λειτουργία του εντέρου και ως εκ τούτου τις σχετικές ανοσολογικές αποκρίσεις και ολόκληρη την υγεία του οργανισμού.

Ζονουλίνη και Διαρρέον Έντερο

Η διαπερατότητα του εντέρου ή διαρρέον έντερο είναι μια κατάσταση κατά την οποία το επιθήλιο του λεπτού εντέρου υφίσταται βλάβες, επιτρέποντας στα άπεπτα τροφικά υπολείμματα, τα τοξικά απόβλητα και τα βακτήρια να "διαρρεύσουν" μέσω του εντέρου και να βρεθούν στην κυκλοφορία του αίματος. Οι ξένες ουσίες που εισέρχονται στο αίμα μπορούν να προκαλέσουν αντιδράσεις του ανοσοποιητικού συστήματος, συμπεριλαμβανομένων φλεγμονωδών και αλλεργικών αντιδράσεων καθώς επίσης και ημικρανιών, ευερέθιστου εντέρου, εκζέματος, χρόνιας κόπωσης, τροφικών αλλεργιών και δυσανεξιών, ρευματοειδούς αρθρίτιδας και πολλών άλλων.

Κανονικά, στο έντερο που λειτουργεί φυσιολογικά μόνο τα μικρότερα μόρια επιτρέπεται να περάσουν. Η δράση της ζονουλίνης επιτρέπει σε μεγαλύτερα μόρια ή και μεγάλα συσσωματώματα, να περάσουν στην κυκλοφορία του αίματος και αυτή ακριβώς την αυξημένη διαπερατότητα του εντέρου, ονομάζουμε διαρρέον έντερο. Η αυξημένη διαπερατότητα του εντέρου πιστεύεται ότι συμβάλλει στην δημιουργία χρόνιας φλεγμονής και στην ανάπτυξη αυτοάνοσων νόσων. Αυξημένα επίπεδα ζονουλίνης ανιχνεύονται σε διάφορες αυτοάνοσες καταστάσεις όπως και κατά τη διάρκεια των εξάρσεων της κοιλιοκάκης. Ανεξάρτητα με το αν ένα άτομο έχει κάποια αυτοανοσία ή όχι, οι δύο πιο σημαντικοί παράγοντες ενεργοποίησης της απελευθέρωσης ζονουλίνης είναι τα βακτήρια και η γλουτένη. Ακόμη και σε άτομα που δεν πάσχουν από κοιλιοκάκη, οι πρωτεΐνες γλουτένη και γλιαδίνη που βρίσκονται στα σιτηρά, μπορεί να προκαλέσουν την απελευθέρωση ζονουλίνης και να αυξήσουν την διαπερατότητα του εντέρου.

Αυξημένα επίπεδα ζονουλίνης στον ορό και αυξημένη εντερική διαπερατότητα παρατηρούνται συνήθως σε ασθενείς με κίνδυνο ανάπτυξης νόσου Crohn και διαβήτη τύπου 1, πριν από την έναρξη των συμπτωμάτων. Τα επίπεδα της ζονουλίνης μπορεί να αυξηθούν με τη χρήση κορτικοστεροειδών, αλλά σε μία μελέτη η χρήση πρεδνιζόνης μείωσε την διαπερατότητα του εντέρου σε ασθενείς με νόσο του Crohn. Το έναυσμα που σχετίζεται με τα αυξημένα επίπεδα της ζονουλίνης και την διάσπαση των πρωτεϊνικών συμπλεγμάτων στις στενές συνδέσεις, είναι η γλιαδίνη (γλουτένη) και η προσκόλληση βακτηρίων στα επιθηλιακά κύτταρα. Τα απλά σάκχαρα, το νάτριο και τα πρόσθετα τροφίμων όπως οι γαλακτωματοποιητές, η μικροβιακή τρανσγλουταμινάση και τα νανο-σωματίδια φαίνεται επίσης να διαταράσσουν τη λειτουργία του επιθηλιακού φραγμού.

Σε ποιους απευθύνεται η μέτρηση της ζονουλίνης στον ορό;

Η μέτρηση της ζονουλίνης στον ορό είναι χρήσιμη στον έλεγχο, τη διάγνωση και την παρακολούθηση ασθενών με:

  • Κοιλιοκάκη
  • Μη-κοιλιοκακική ευαισθησία σε γλουτένη (οροαρνητική κοιλιοκάκη)
  • Διαβήτη τύπου Ι (ινσουλινοεξαρτώμενο)
  • Νεανική μη-αλκοολική λιπώδη διήθηση του ήπατος
  • Σκλήρυνση κατά πλάκας (πολλαπλή σκλήρυνση)
  • Ρευματοειδή αρθρίτιδα
  • Βρογχικό άσθμα
  • Φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου
  • Προδιαβήτη (παθολογική ανοχή στη γλυκόζη)
     
Θεραπεία

Οι θεραπευτικές παρεμβάσεις για την ομαλοποίηση της διαπερατότητας του εντέρου θα πρέπει πρώτα να περιλαμβάνουν την εξάλειψη των παραγόντων που αποτελούν το έναυσμα. Η χρήση συγκεκριμένων προβιοτικών και πρεβιοτικών όπως η ινουλίνη και οι φρουκτο-ολιγοσακχαρίτες έχει αποδειχθεί ότι αποκαθιστούν τη διαπερατότητα του εντέρου. Άλλες κλινικές παρεμβάσεις για την αποκατάσταση του επιθηλιακού φραγμού μπορεί να περιλαμβάνουν διαιτητικές αλλαγές (αύξηση των προσλαμβανόμενων διαλυτών ινών), θεραπεία της μικροβιακής δυσβίωσης, υποστήριξη της πεπτικής λειτουργίας και πιθανόν και αντιφλεγμονώδεις θεραπείες. Οι αντιφλεγμονώδεις θεραπείες περιλαμβάνουν συμπληρώματα όπως η κουερσετίνη, η βιταμίνη C, η κουρκουμίνη, το γ-λινολενικό οξύ, τα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα (EPA, DHA) και η αλόη βέρα. Άλλα θρεπτικά συστατικά όπως ο ψευδάργυρος, το β-καροτένιο, το παντοθενικό οξύ και η L-γλουταμίνη παρέχουν επιπλέον υποστήριξη για την βελτίωση της λειτουργίας των στενών συνδέσεων. Η χρήση ορισμένων προβιοτικών έχει αποδειχθεί ότι μειώνει τα επίπεδα ζονουλίνης στον ορό και στα κόπρανα και η λήψη ινουλίνης (περίπου 10 γραμμάρια την ημέρα) μειώνει τα επίπεδα της ζονουλίνης στον ορό μέσα σε μόλις πέντε ημέρες αγωγής.

Δείτε επίσης

Ζονουλίνη Κοπράνων

Έλεγχος Διαρρέοντος Εντέρου

Share it