Ο έλεγχος των αμινοξέων των ούρων χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της επάρκειας των πρωτεϊνών της διατροφής και της ισορροπίας των αμινοξέων στον οργανισμό, καταστάσεων που υποβόσκουν σε πολλές χρόνιες παθολογικές καταστάσεις.
Ο έλεγχος των αμινοξέων δείχνει το επίπεδο των διαθέσιμων αμινοξέων στο σώμα για την κατασκευή των δομικών, μεταφορικών και αποθηκευτικών πρωτεϊνών, τη σύνθεση των ανοσοσφαιρινών και των ενζύμων. Τα αμινοξέα παίζουν σημαντικό ρόλο και σε πολλές άλλες λειτουργίες του σώματος, όπως στη σύνθεση των νευροδιαβιβαστών, στο μεταβολισμό των υδατανθράκων και της χοληστερόλης καθώς και στις διαδικασίες αποτοξίνωσης του οργανισμού.
Γιατί είναι σημαντικός ο έλεγχος των Αμινοξέων;
Η διαταραχή της ισορροπίας των αμινοξέων στο σώμα μπορεί να είναι συχνά η πρώτη ένδειξη πολλών νοσημάτων, που κυμαίνονται από την κατάθλιψη μέχρι την παχυσαρκία. Διαταραχές στην ισορροπία των αμινοξέων και ελλείψεις, είναι συχνό εύρημα σε άτομα με κακή διατροφή. Επειδή όμως το στρες, η ηλικία, η παρουσία φλεγμονών και διάφοροι άλλοι παράγοντες συμπεριλαμβανομένης της άσκησης, μπορεί να επηρεάσουν τα επίπεδα των αμινοξέων, άτομα με πολύ καλή διατροφή, μπορεί επίσης να εμφανίσουν ελλείψεις.
Η ανάλυση των αμινοξέων του πλάσματος και των ούρων αποτελεί χρήσιμο διαγνωστικό εργαλείο στην αναγνώριση κληρονομικών νοσημάτων του μεταβολισμού (π.χ. φαινυλκετονουρία) και στον έλεγχο ασθενών σε χρόνια παρεντερική διατροφή.
Διαταραχή στην ισορροπίας των αμινοξέων παρατηρείται σε ορισμένες δυσλειτουργίες του γαστρεντερικού συστήματος, σε τροφικές δυσανεξίες, σε ελλείψεις βιταμινών και ιχνοστοιχείων, σε νεφρική και ηπατική δυσλειτουργία με μείωση της ικανότητας αποτοξίνωσης του οργανισμού, σε ψυχιατρικές παθήσεις, στην ύπαρξη χρόνιας φλεγμονής και οξειδωτικού στρες και πολλές άλλες συγγενείς και επίκτητες διαταραχές του μεταβολισμού των αμινοξέων.
Ποιοί πρέπει να κάνουν έλεγχο Αμινοξέων;
Ο έλεγχος των αμινοξέων μπορεί να βοηθήσει ασθενείς στη διερεύνηση των αιτιών για νοσήματα όπως:
- Σύνδρομο Διάσπασης Προσοχής - Υπερκινητικότητας (ADHD)
- Διαταραχές αυτιστικού φάσματος
- Κατάθλιψη και στρες
- Επιληπτικές κρίσεις
- Σύνδρομο χρόνιας κόπωσης
- Αϋπνία
- Καρδιαγγειακά νοσήματα
- Υπέρταση
- Πεπτικές διαταραχές
- Υπογονιμότητα (σε άνδρες και γυναίκες)
- Διατροφικές ελλείψεις
- Ρευματοειδής αρθρίτιδα και άλλα αυτοάνοσα νοσήματα
Περισσότερες πληροφορίες
Τα αμινοξέα είναι οργανικές ενώσεις που περιέχουν άζωτο και αποτελούν τα δομικά στοιχεία των πρωτεϊνών. Έχουν αναγνωρισθεί περισσότερα από 500 αμινοξέα στη φύση, αλλά μόνο 22 χρησιμοποιούνται στη σύνθεση των πρωτεϊνών και μόνο τα 20 κωδικοποιούνται από το γενετικό μας κώδικα στο DNA. Αυτά τα 20 αμινοξέα ταξινομούνται σε απαραίτητα και μη απαραίτητα. Τα απαραίτητα αμινοξέα δεν μπορεί να τα συνθέσει ο ανθρώπινος οργανισμός και ως εκ τούτου, πρέπει να περιλαμβάνονται στην καθημερινή διατροφή. Ορισμένα αμινοξέα αναφέρονται ως υπό συνθήκες απαραίτητα, γιατί μπορεί να είναι απαραίτητα κάτω από ειδικές συνθήκες, συνήθως ηλικιακές ή ορισμένων παθολογικών καταστάσεων. Για παράδειγμα, η αργινίνη μπορεί να συντεθεί από τους ενήλικες, αλλά όχι από τα παιδιά.
Πολλά σημαντικά αμινοξέα από αυτά που χρησιμοποιούνται στη σύνθεση πρωτεϊνών αλλά και ορισμένα από αυτά που δεν χρησιμοποιούνται στη σύνθεση πρωτεϊνών, παίζουν κρίσιμους ρόλους μέσα στο σώμα. Για παράδειγμα, στον ανθρώπινο εγκέφαλο το γλουταμινικό και το γ-αμινο-βουτυρικό οξύ (GABA), είναι αντίστοιχα, ο κύριος διεγερτικός και ανασταλτικός νευροδιαβιβαστής, η υδροξυπρολίνη (ένα σημαντικό συστατικό του κολλαγόνου του συνδετικού ιστού) συντίθεται από το αμινοξύ προλίνη, το αμινοξύ γλυκίνη χρησιμοποιείται για τη σύνθεση των πορφυρινών που χρησιμοποιούνται στα ερυθρά αιμοσφαίρια και η καρνιτίνη χρησιμοποιείται στη μεταφορά λιπιδίων.
Πολλά άτομα έχουν «κρυφές» διαταραχές στο μεταβολισμό των αμινοξέων που συχνά παραμένουν αδιάγνωστες. Αυτές οι διαταραχές μπορεί να εμφανίσουν ειδικά συμπτώματα ενώ σε αρκετές περιπτώσεις δεν έχουν κάποια ειδική σημειολογία και μπορούν να αυξήσουν την ευαισθησία του ατόμου σε διάφορα εκφυλιστικά νοσήματα.
Ο έλεγχος των αμινοξέων παρέχει σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τη θρεπτική επάρκεια, συμπεριλαμβανομένης της ποιότητας και της ποσότητας των διατροφικών πρωτεϊνών, έμμεσες πληροφορίες σχετικά με πεπτικές διαταραχές και σύνδρομα δυσαπορρόφησης και επίσης έμμεσες πληροφορίες για ελλείψεις και το μεταβολισμό των βιταμινών και ανόργανων στοιχείων. Επιπλέον, η ανάλυση αμινοξέων παρέχει σημαντικές διαγνωστικές πληροφορίες σχετικά με την ηπατική και τη νεφρική λειτουργία, τη διαθεσιμότητα των προδρόμων ουσιών των νευροδιαβιβαστών, την ικανότητα αποτοξίνωσης και πολλές συγγενείς διαταραχές στο μεταβολισμό των αμινοξέων.
Αμινοξέα Πλάσματος και Αμινοξέα Ούρων
Η ανάλυση των αμινοξέων στο πλάσμα μετράει τα επίπεδά τους κατά τη στιγμή της δειγματοληψίας. Το δείγμα πρέπει να λαμβάνεται μετά από 12ωρη νηστεία ώστε να μειώνεται η επίδραση των διατροφικών πρωτεϊνών. Οι πιθανές ανωμαλίες προκύπτουν από τη σύγκριση των μετρούμενων επιπέδων με καθιερωμένες τιμές αναφοράς.
Η ανάλυση των αμινοξέων σε ούρα 24ώρου έχει υψηλότερη πιθανότητα ανίχνευσης ανωμαλιών, εφόσον η νεφρική λειτουργία είναι φυσιολογική. Η 24ωρη συλλογή ανιχνεύει τα επίπεδα των αμινοξέων κατά τη διάρκεια του συνόλου της ημέρας, αντανακλά τα επίπεδα και τις εφεδρείες των αμινοξέων του αίματος και των ιστών και δεν επηρεάζεται από τον κιρκαδικό (ημερήσιο) ρυθμό. Η φυσιολογική νεφρική λειτουργία διατηρεί αποτελεσματικά τα απαραίτητα αμινοξέα εντός του σώματος. Ως εκ τούτου, τα επίπεδα των αμινοξέων στα ούρα επηρεάζονται νωρίτερα και δίνουν ενδείξεις ανεπάρκειας πριν ακόμη διαταραχθούν τα επίπεδα τους στο πλάσμα. Η ανάλυση των αμινοξέων σε πρώτα πρωινά ούρα, αποτελεί μια εναλλακτική λύση όταν η πλήρης συλλογή ούρων 24ώρου δεν είναι δυνατή.