Σύνδρομο Χρόνιας Κόπωσης και Εντερικό Μικροβίωμα
Τι γνωρίζουμε για τη σχέση μεταξύ του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης και του εντερικού μικροβιώματος;
«Πάντα κουρασμένος. Συνεχώς πονάω. Δεν είμαι ικανός να διατηρήσω μια δουλειά και τις κοινωνικές και προσωπικές μου σχέσεις». Αυτά είναι κάποια από τα πολύ συχνά ζητήματα μεταξύ των ατόμων που πάσχουν από μια κατάσταση που ονομάζεται σύνδρομο χρόνιας κόπωσης (Chronic Fatigue Syndrome, CFS), γνωστό και ως μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα (ΜΕ). Το σύνδρομο χαρακτηρίζεται από υπερβολική κόπωση που δεν μπορεί να αποδοθεί σε κάποια άλλη υποκείμενη παθολογική κατάσταση. Το σύνδρομο πλέον αναφέρεται στη διεθνή βιβλιογραφία ως σύνδρομο χρόνιας κόπωσης / μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα (CFS / ΜΕ). Οι ασθενείς με το σύνδρομο μπορεί να εμφανίζουν συμπτώματα που κυμαίνονται από κεφαλαλγίες, προβλήματα με τη μνήμη και τις γνωστικές λειτουργίες και ανεξήγητο πόνο και πεπτικές διαταραχές, αλλά το σημαντικότερο σύμπτωμα είναι η κόπωση. Η κόπωση που αυξάνεται με τη σωματική ή την πνευματική δραστηριότητα και δεν βελτιώνεται με την ξεκούραση.
Για πολλούς ασθενείς με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης είναι πολύ δύσκολο να έχουν μια ξεκάθαρη και οριστική διάγνωση για την πάθησή τους, μια διαδικασία που περιλαμβάνει τον αποκλεισμό πολλών και διαφορετικών παθολογικών καταστάσεων που μπορεί να εμφανίζουν και κόπωση στη συμπτωματολογία τους. Μέχρι τώρα δεν έχει βρεθεί κάποιος συγκεκριμένος αντικειμενικός βιοδείκτης, είτε εργαστηριακός είτε κλινικός, για το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης.
Τώρα πλέον, πολλές ερευνητικές ομάδες ελέγχουν το κατά πόσο θα μπορούσε να βρεθεί ένας βιοδείκτης για το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης στο εντερικό μικροβίωμα. Μια πρόσφατη μελέτη δείχνει ότι πλησιάζει η στιγμή της ανακάλυψης της βιολογικής παραμέτρου που θα βοηθούσε στη διάγνωση αυτής της μυστηριώδους νόσου.
Στη μελέτη αυτή, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Columbia συνέκριναν μια ομάδα ασθενών με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης με υγιή άτομα. Κάποιοι από την ομάδα του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης είχαν επίσης διαγνωστεί με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (IBS), μια λειτουργική γαστρεντερική διαταραχή και κάποιοι άλλοι όχι.
Ο έλεγχος των κυκλοφορούντων κυττάρων και μορίων του ανοσοποιητικού συστήματος (λεμφοκύτταρα και κυτοκίνες) δεν μπορούσε να διακρίνει την μία ομάδα από την άλλη. Αντίθετα, ο έλεγχος του εντερικού μικροβιώματος μπορούσε να διακρίνει τις διαφορετικές ομάδες και ένα από τα κύρια συμπεράσματα της μελέτη ήταν ότι ασθενείς με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης που είχαν επίσης και σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (ME / CFS + IBS) είχαν διαφορετικό εντερικό μικροβίωμα, σε σχέση με τους ασθενείς που είχαν σύνδρομο χρόνιας κόπωσης χωρίς IBS (ME / CFS). Οι κορυφαίοι βιοδείκτες των ασθενών με ME / CFS + IBS ήταν η αυξημένη αφθονία του μικροβιακού γένους Alistipes και η μείωση του μικροβιακού γένους των Faecalibacterium στο έντερο, σε σύγκριση με τους υγιείς μάρτυρες. Από την άλλη πλευρά, η αυξημένη αφθονία του γένους Bacteroides μαζί με μια συγκεκριμένη μείωση στο είδος Bacteroides vulgatus ήταν χαρακτηριστική των ασθενών με ME / CFS χωρίς IBS.
Χρησιμοποιώντας μόνο τα βακτηριακά προφίλ του εντερικού μικροβιώματος, οι ερευνητές ήταν σε θέση να προβλέψουν τις τρεις διαφορετικές ομάδες με εντυπωσιακή ακρίβεια: άτομα χωρίς ΜΕ / CFS (υγιείς μάρτυρες), ασθενείς με ΜΕ / CFS και ασθενείς με ΜΕ / CFS και IBS. Επιπλέον, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι βιοδείκτες του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης, ανεξάρτητα από την παρουσία του IBS, παρουσίαζαν μείωση σε ορισμένες βακτηριακές μεταβολικές οδούς στο έντερο.
Οι ερευνητές βρήκαν επίσης μια ενδιαφέρουσα συσχέτιση μεταξύ της σοβαρότητας ορισμένων συμπτωμάτων – του πόνου, της κόπωσης και της μειωμένης φυσικής δραστηριότητας – και του αριθμού ορισμένων βακτηρίων και μεταβολικών οδών στους ασθενείς με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης.
Η μελέτη αυτή δείχνει ότι η εντερική βακτηριακή δυσβίωση που είναι ειδική για το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης θα μπορούσε δύσκολα να διαχωριστεί από τη δυσβίωση που είναι χαρακτηριστική για το σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου. Οι ερευνητές σημειώνουν την ενδιαφέρουσα αλληλοεπικάλυψη μεταξύ των δύο παθολογικών καταστάσεων: «Όπως συμβαίνει και με το IBS, το ME / CFS μπορεί να οφείλεται σε διαταραχή στην αμφίδρομη επικοινωνία μεταξύ του εγκεφάλου και του εντέρου (brain-gut axis) που προκαλείται από τα βακτήρια, τους μεταβολίτες τους και τα μόρια που επηρεάζουν».
Ενώ η μελέτη δεν εστιάζεται στην ανεύρεση της υποκείμενης αιτίας του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης, παρέχει σημαντικές ενδείξεις εντερικής μικροβιακής δυσβίωσης στους ασθενείς με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης και ταυτόχρονα πολλές ελπίδες για την εξεύρεση ενός βιοδείκτη στη σύνθεση του εντερικού μικροβιώματος ή των μικροβιακών μεταβολικών οδών. Οι ερευνητικές ομάδες έχουν ακόμη πολύ δρόμο, αλλά ο βιοδείκτης που ελπίζουμε ότι θα βρουν, θα αποτελέσει σημείο καμπής για τους ασθενείς με αυτή τη μυστηριώδη ασθένεια.
Το εντερικό μικροβίωμα αποτελείται από βακτήρια, αρχαιοβακτήρια, ιούς και ευκαρυωτικούς μικροοργανισμούς που βρίσκονται μέσα στο έντερό μας. Οι μικροοργανισμοί αυτά έχουν απίστευτες ικανότητες να επηρεάζουν τη φυσιολογία μας, τόσο στην υγεία όσο και στην ασθένεια. Συμμετέχουν σε μεταβολικές λειτουργίες, προστατεύουν από παθογόνους παράγοντες, εκπαιδεύουν το ανοσοποιητικό σύστημα και μέσω αυτών των βασικών λειτουργιών επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα τις περισσότερες από τις φυσιολογικές μας λειτουργίες.
Το EnteroScan® της Διαγνωστικής Αθηνών αποτελεί μια ομάδα εξειδικευμένων εργαστηριακών εξετάσεων που αναλύουν το εντερικό μικροβίωμα και τις λειτουργίες του. Ο έλεγχος του εντερικού μικροβιώματος (εντερικής χλωρίδας) με το EnteroScan® επιτρέπει τον έλεγχο των αποκλίσεών του, βοηθάει στη διάγνωση, στην επιβεβαίωση ή τον αποκλεισμό πολλών παθολογικών καταστάσεων και ρίχνει φως στην αιτιολογία και την παθογένεια χρόνιων νοσημάτων και κατευθύνει τη θεραπεία τους.
Βιβλιογραφία
Giloteaux L, Goodrich JK, Walters WA, et al. Reduced diversity and altered composition of the gut microbiome in individuals with myalgic encephalomyelitis/chronic fatigue syndrome. Microbiome. 2016; 4:30.
Nagy-Szakal D, Williams BL, Mishra N, et al. Fecal metagenomic profiles in subgroups of patients with myalgic encephalomyelitis/chronic fatigue syndrome. Microbiome. 2017; 5:44.