Το μητρικό γάλα προάγει την ανάπτυξη του εντερικού μικροβιώματος στα βρέφη
Παρόλο που τα μωρά μπορούν να αναπτυχθούν (σχεδόν) τέλεια όταν λαμβάνουν βρεφικό γάλα του εμπορίου, το μητρικό γάλα αποτελεί την καλύτερη τροφή για τα νεογέννητα. Όπως είναι πλέον αποδεδειγμένο, ο θηλασμός μειώνει τη συχνότητα εμφάνισης πολλών νοσημάτων συμπεριλαμβανομένων των αλλεργιών, του άσθματος, της παχυσαρκίας και του σακχαρώδους διαβήτη τύπου 1. Υπάρχουν επίσης σημαντικά οφέλη και για τις ίδιες τις μητέρες, καθώς οι μεγαλύτερες περίοδοι θηλασμού μπορούν να βοηθήσουν στην προστασία της μητέρας από την κατάθλιψη και να μειώσουν τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού. Για αυτούς και ορισμένους άλλους λόγους, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) συνιστά τον αποκλειστικό θηλασμό των βρεφών τουλάχιστον μέχρι την ηλικία των 6 μηνών.
Πολλά από τα οφέλη του μητρικού γάλακτος συνδέονται με την παρουσία ορισμένων μικροβίων που περιέχει καθώς και με την παρουσία ολιγοσακχαριτών (HMOs), οι οποίοι λειτουργούν ως πρεβιοτικά και συμβάλλουν στην ανάπτυξη των ευεργετικών μικροβίων. Παρά τη μεγάλη επιστημονική πρόοδο για το εντερικό μικροβίωμα και τις σημαντικότατες επιδράσεις που ασκεί στην ανθρώπινη φυσιολογία, πολύ λίγα είναι γνωστά μέχρι τώρα για το τι συμβαίνει με τους μικροοργανισμούς από το μητρικό γάλα όταν φθάνουν στο έντερο του βρέφους.
Έτσι, για να δοθούν ορισμένες απαντήσεις, μια ομάδα επιστημόνων διεξήγαγε μια μελέτη στην οποία συμπεριελήφθησαν 107 ζευγάρια υγιών μητέρων και μωρών και παρακολουθηθήκαν για πέντε χρόνια. Η μελέτη περιελάμβανε τον έλεγχο του μικροβιώματος (το είδος και τον αριθμό δηλαδή των μικροβιακών πληθυσμών) στο δέρμα γύρω από τις θηλές καθώς και στο γάλα και επίσης τον μικροβιολογικό έλεγχο των κοπράνων των μωρών, με σκοπό να εντοπίσουν ποιοι μικροοργανισμοί συνθέτουν το εντερικό μικροβίωμα του βρέφους.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης, το εντερικό μικροβίωμα των βρεφών είναι παρόμοιο με το μικροβίωμα των μητέρων τους και πολύ διαφορετικό συγκρινόμενο με το μικροβίωμα των υπόλοιπων γυναικών που συμμετείχαν στη μελέτη. Έτσι, γίνεται φανερό ότι τα βακτήρια που αποικίζουν το βρεφικό έντερο περνάνε από τη μητέρα στο παιδί, μέσω του θηλασμού. Η συγκεκριμένη έρευνα, αποτελεί τη μεγαλύτερη μέχρι σήμερα μελέτη που αποδεικνύει τη μεταφορά των μικροοργανισμών από το μητρικό γάλα στο έντερο του μωρού.
Τα συγκεκριμένα ευρήματα υποστηρίζουν την υπόθεση που υποστηρίζει ότι τα μικρόβια του μητρικού γάλακτος αποτελούν έναν από τους μηχανισμούς μέσω των οποίων ο θηλασμός παρέχει τα οφέλη του στο αναπτυσσόμενο βρέφος.
Τα βακτήρια από τη μητέρα ξεκινούν να αποικίζουν το έντερο του μωρού κατά τη διάρκεια του (φυσιολογικού) τοκετού και συνεχίζουν κατά την περίοδο του θηλασμού. Αυτά τα «κληρονομούμενα μικρόβια» είναι γνωστό ότι παίζουν βασικό ρόλο στην υγεία του μωρού, καθώς εκπαιδεύουν το ανώριμο βρεφικό ανοσοποιητικό σύστημα να αναγνωρίζει τους μικροβιακούς συμμάχους και τους εχθρούς. Το μητρικό γάλα είναι ένα εκπληκτικό βιολογικό υγρό που, μέσα από εκατομμύρια χρόνια εξέλιξης, έχει εξελιχθεί για να αναπτύσσει υγιή μωρά, ιδιαίτερα όσον αφορά στο ανοσοποιητικό τους σύστημα.
Κατά τη διάρκεια του πρώτου μήνα της ζωής τους, τα μωρά που κυρίως θηλάζουν (≥ 75% της ημερήσιας πρόσληψης γάλακτος), το 30% των μικροβίων του εντέρου τους προέρχεται από το μητρικό γάλα και περίπου το 10% από το δέρμα της θηλής. Από όπου προέρχεται όμως το υπόλοιπο 60% δεν αναλύεται στη συγκεκριμένη μελέτη, όμως ένα μεγάλο τμήμα τους προέρχεται από τον κόλπο της μητέρας (σε φυσιολογικούς τοκετούς) και του άμεσου περιβάλλοντος των βρεφών (αντικειμένων και προσώπων). Η προέλευση των μικροβίων του μητρικού γάλακτος εξακολουθεί να παραμένει ασαφής. Μια από τις υποθέσεις που εξετάζονται είναι ότι τα μικρόβια «ταξιδεύουν» στο στήθος, προερχόμενα από το έντερο της μητέρας.
Οι ερευνητές επιβεβαίωσαν επίσης ότι όσο περισσότερο θηλάζουν τα βρέφη, τόσο πιο πολύ το μικροβίωμα του εντέρου τους μοιάζει με το μικροβίωμα του γάλακτος της μητέρας. Η μελέτη επιβεβαίωσε επίσης ότι τα βρέφη που συνεχίζουν το θηλασμό αφού ξεκινήσουν να τρώνε στερεά τροφή, συνεχίζουν να επωφελούνται από το μητρικό γάλα, με αύξηση του πληθυσμού των ευεργετικών μικροβίων στο έντερο.
Η συγκεκριμένη μελέτη παρέχει πολύ σημαντικές αποδείξεις ότι ο θηλασμός αποτελεί την κύρια πηγή μικροβίων για την ανάπτυξη του εντερικού μικροβιώματος κατά τους πρώτους μήνες της ζωής και ενισχύει τις συστάσεις για αποκλειστικό θηλασμό κατά τους πρώτους 6 μήνες.
Το εντερικό μικροβίωμα αποτελείται από βακτήρια, αρχαιοβακτήρια, ιούς και ευκαρυωτικούς μικροοργανισμούς που βρίσκονται μέσα στο έντερό μας. Οι μικροοργανισμοί αυτά έχουν απίστευτες ικανότητες να επηρεάζουν τη φυσιολογία μας, τόσο στην υγεία όσο και στην ασθένεια. Συμμετέχουν σε μεταβολικές λειτουργίες, προστατεύουν από παθογόνους παράγοντες, εκπαιδεύουν το ανοσοποιητικό σύστημα και μέσω αυτών των βασικών λειτουργιών επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα τις περισσότερες από τις φυσιολογικές μας λειτουργίες. Το EnteroScan® της Διαγνωστικής Αθηνών αποτελεί μια ομάδα εξειδικευμένων εργαστηριακών εξετάσεων που αναλύουν το εντερικό μικροβίωμα και τις λειτουργίες του. Ο έλεγχος του εντερικού μικροβιώματος (εντερικής χλωρίδας) με το EnteroScan® επιτρέπει τον έλεγχο των αποκλίσεών του, βοηθάει στη διάγνωση, στην επιβεβαίωση ή τον αποκλεισμό πολλών παθολογικών καταστάσεων και ρίχνει φως στην αιτιολογία και την παθογένεια χρόνιων νοσημάτων και κατευθύνει τη θεραπεία τους.
Βιβλιογραφία
Pannaraj P, Li F, Cerini C, et al. Association Between Breast Milk Bacterial Communities and Establishment and Development of the Infant Gut Microbiome. JAMA Pediatrics, 2017; DOI: 10.1001/jamapediatrics.2017.0378