Οξεία Παγκρεατίτιδα
Η οξεία παγκρεατίτιδα είναι μια φλεγμονώδης κατάσταση του παγκρέατος που εμφανίζεται ξαφνικά και μπορεί να προκαλέσει σοβαρό κοιλιακό πόνο και άλλες επιπλοκές. Η φλεγμονή μπορεί να κυμαίνεται από ήπια και αυτοπεριοριζόμενη έως σοβαρή και απειλητική για τη ζωή, με νέκρωση του παγκρέατος και συστηματικές επιπλοκές.
Επιδημιολογικά, η οξεία παγκρεατίτιδα είναι μια συχνή πάθηση με αυξανόμενη συχνότητα στις ανεπτυγμένες χώρες. Η ετήσια επίπτωση κυμαίνεται από 13 έως 45 περιπτώσεις ανά 100.000 άτομα, με τις πιο συνηθισμένες αιτίες να είναι η λιθίαση των χοληφόρων και η κατάχρηση αλκοόλ. Άλλες αιτίες περιλαμβάνουν τις ιατρογενείς παρεμβάσεις, την υπερασβεστιαιμία, την υπερτριγλυκεριδαιμία, ορισμένα φάρμακα και τις μολύνσεις.
Η παθοφυσιολογία της οξείας παγκρεατίτιδας περιλαμβάνει την πρόωρη ενεργοποίηση των παγκρεατικών ενζύμων εντός του παγκρέατος, οδηγώντας σε αυτοκαταστροφή του παγκρεατικού ιστού. Αυτό προκαλεί φλεγμονή, οίδημα και ενδεχομένως νέκρωση του παγκρέατος. Η απελευθέρωση των ενζύμων και των φλεγμονωδών κυττάρων μπορεί να προκαλέσει συστηματική φλεγμονώδη απόκριση, οδηγώντας σε πολυοργανική ανεπάρκεια.
Οι αιτίες της οξείας παγκρεατίτιδας περιλαμβάνουν κυρίως τη λιθίαση των χοληφόρων, την κατάχρηση αλκοόλ και την υπερτριγλυκεριδαιμία. Η λιθίαση των χοληφόρων προκαλεί απόφραξη του κοινού χοληδόχου πόρου, οδηγώντας σε παλινδρόμηση των χολικών υγρών και ενεργοποίηση των παγκρεατικών ενζύμων. Η κατάχρηση αλκοόλ επηρεάζει άμεσα τα παγκρεατικά κύτταρα και προάγει την παραγωγή φλεγμονωδών μεσολαβητών. Άλλες αιτίες περιλαμβάνουν χειρουργικές επεμβάσεις, τραύματα, λοιμώξεις, μεταβολικές διαταραχές και γενετικούς παράγοντες.
Τα συμπτώματα της οξείας παγκρεατίτιδας περιλαμβάνουν έντονο κοιλιακό πόνο που ακτινοβολεί στην πλάτη, ναυτία, έμετο, πυρετό και ταχυκαρδία. Ο πόνος συνήθως επιδεινώνεται μετά την κατανάλωση φαγητού και μπορεί να συνοδεύεται από διάταση της κοιλίας και ευαισθησία στην ψηλάφηση.
Η διαφορική διάγνωση της οξείας παγκρεατίτιδας περιλαμβάνει την εξαίρεση άλλων καταστάσεων που προκαλούν οξύ κοιλιακό πόνο, όπως η χολοκυστίτιδα, το πεπτικό έλκος, η εντερική απόφραξη, η μεσεντέριος ισχαιμία και η ρήξη ανευρύσματος κοιλιακής αορτής. Η διάγνωση βασίζεται σε κλινικά ευρήματα, αιματολογικές εξετάσεις και απεικονιστικές μεθόδους.
Οι επιπλοκές της οξείας παγκρεατίτιδας μπορεί να είναι τοπικές ή συστηματικές. Οι τοπικές επιπλοκές περιλαμβάνουν την ψευδοκύστη, τη νέκρωση του παγκρέατος, το παγκρεατικό απόστημα και τη θρόμβωση φλεβών. Οι συστηματικές επιπλοκές περιλαμβάνουν το σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας (ARDS), τη νεφρική ανεπάρκεια, τη σήψη και την πολυοργανική ανεπάρκεια.
Η θεραπεία της οξείας παγκρεατίτιδας στοχεύει στην ανακούφιση των συμπτωμάτων και την πρόληψη των επιπλοκών. Η αρχική διαχείριση περιλαμβάνει τη νηστεία για να μειωθεί η παγκρεατική διέγερση, την ενδοφλέβια ενυδάτωση για την αποκατάσταση του ισοζυγίου των υγρών και την αναλγησία για την ανακούφιση του πόνου. Σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να απαιτηθεί εισαγωγή στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ). Αντιβιοτικά χρησιμοποιούνται μόνο σε περιπτώσεις μόλυνσης ή νεκρωτικής παγκρεατίτιδας. Μπορεί να χρειασθεί χειρουργική παρέμβαση για την αφαίρεση νεκρωτικών ιστών ή τη διαχείριση των επιπλοκών, όπως η ψευδοκύστη ή το παγκρεατικό απόστημα.
Οι εργαστηριακές εξετάσεις είναι κρίσιμες για τη διάγνωση και την παρακολούθηση της οξείας παγκρεατίτιδας. Οι κύριες εξετάσεις περιλαμβάνουν τη μέτρηση των παγκρεατικών ενζύμων (αμυλάση και λιπάση) στο αίμα, που συνήθως είναι αυξημένες. Η αύξηση των ενζύμων αυτών είναι ενδεικτική της παγκρεατικής φλεγμονής. Άλλες αιματολογικές εξετάσεις περιλαμβάνουν την γενική αίματος για την ανίχνευση λευκοκυττάρωσης, τους ηλεκτρολύτες και τα επίπεδα του ασβεστίου, την κρεατινίνη για την εκτίμηση της νεφρικής λειτουργίας και εξετάσεις για την αξιολόγηση της ηπατικής λειτουργίας.
Αυξημένες συγκεντρώσεις γαλακτικής αφυδρογονάσης (LDH) και ιντερλευκίνης 6 (IL-6) σχετίζονται με χειρότερη πρόγνωση σε ορισμένες κλινικές περιστάσεις. Υψηλές συγκεντρώσεις C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP) εντός των πρώτων 48 ωρών μετά την εμφάνιση της νόσου υποδηλώνουν οξεία νεκρωτική παγκρεατίτιδα. Η μέτρηση της προκαλσιτονίνης μπορεί να βοηθήσει στη διαφοροποίηση μεταξύ ήπιας και σοβαρής νόσου και θα πρέπει να γίνεται νωρίς στην πορεία της νόσου. Τα επίπεδα θρυψίνης είναι ενδεικτικά της βλάβης του παγκρέατος. Οι συγκεντρώσεις είναι σημαντικά αυξημένες στην οξεία παγκρεατίτιδα
- Γενική Αίματος
- Αμυλάση
- Λιπάση
- Πλήρες Μεταβολικό Προφίλ
- Γαλακτική Αφυδρογονάση (LDH)
- C-Αντιδρώσα Πρωτεΐνη (CRP)
- Προκαλσιτονίνη
- Ιντερλευκίνη 6 (IL-6)
- Θρυψίνη
Απεικονιστικές εξετάσεις όπως το υπερηχογράφημα, η αξονική τομογραφία (CT) και η μαγνητική τομογραφία (MRI) είναι απαραίτητες για την εκτίμηση του παγκρέατος και των γύρω δομών, τον εντοπισμό των λίθων στα χοληφόρα και την ανίχνευση επιπλοκών όπως η νέκρωση και οι ψευδοκύστες. Το ενδοσκοπικό υπερηχογράφημα και η ενδοσκοπική ανάστροφη χολαγγειοπαγκρεατογραφία (ERCP) μπορεί να χρησιμοποιηθούν για διαγνωστικούς και θεραπευτικούς σκοπούς, ιδίως σε περιπτώσεις λιθίασης των χοληφόρων.
Η παρακολούθηση των ασθενών με οξεία παγκρεατίτιδα περιλαμβάνει τακτικές κλινικές εκτιμήσεις και επαναλαμβανόμενες εργαστηριακές εξετάσεις για την παρακολούθηση της πορείας της νόσου και την ανίχνευση των επιπλοκών. Η συνεχής αξιολόγηση των επιπέδων των παγκρεατικών ενζύμων, των ηλεκτρολυτών, και της νεφρικής και ηπατικής λειτουργίας είναι απαραίτητη. Επιπλέον, απεικονιστικές εξετάσεις μπορούν να επαναλαμβάνονται για την αξιολόγηση της παγκρεατικής φλεγμονής και των επιπλοκών.
Το συγκεκριμένο άρθρο ανήκει στη νέα σειρά άρθρων στο blog μας που καλύπτει όλα τα πεδία της υγείας! Με τρόπο περιεκτικό, σαφή, κατανοητό αλλά πάντα τεκμηριωμένο επιστημονικά, παρουσιάζουμε πληροφορίες για τις συχνότερες παθολογικές καταστάσεις με σκοπό να γνωρίσετε και να προστατέψετε το σημαντικότερο αγαθό, την υγεία σας!
Ιωάννης Σιδερής, Ιατρός