URL path: Αρχική σελίδα // Επαγόμενη από Ιντερφερόνη-γ Πρωτεΐνη 10 (IP-10)

Επαγόμενη από Ιντερφερόνη-γ Πρωτεΐνη 10 (IP-10)

Ο έλεγχος της IP-10 (Επαγόμενη από Ιντερφερόνη-γ Πρωτεΐνη 10 (Interferon gamma-induced protein 10, IP-10 ή CXCL10)), στο αίμα ή σε άλλα βιολογικά υγρά διενεργείται με βασικό σκοπό την αξιολόγηση της ενεργοποίησης του ανοσοποιητικού συστήματος που σχετίζεται με λοιμώξεις, αυτοάνοσα νοσήματα και φλεγμονώδεις καταστάσεις. Η μέτρηση της IP-10 χρησιμοποιείται ευρέως σε κλινικές και ερευνητικές εφαρμογές, ιδίως για τη διάγνωση και παρακολούθηση της φυματίωσης (TB), αλλά και για τη μελέτη ιογενών λοιμώξεων και ανοσολογικών διαταραχών στις οποίες συμμετέχει η σηματοδότηση της ιντερφερόνης-γ (IFN-γ). Δεδομένου ότι η IP-10 επάγεται αποκλειστικά από ιντερφερόνες και κυκλοφορεί στο αίμα σε πολύ υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με τις ίδιες τις ιντερφερόνες, αυτή η χημειοκίνη αποτελεί εξαιρετικό δείκτη για την εκτίμηση της βιολογικής δραστικότητας της IFN-γ και κατ’ επέκταση, της Τ-κυτταρικής ή Τ-κυτταρο-επαγόμενης ανοσολογικής ενεργοποίησης.

Περισσότερες Πληροφορίες

Η IP-10 είναι μια χημειοκίνη που εκκρίνεται από μονοκύτταρα, ενδοθηλιακά κύτταρα και ινοβλάστες ως απόκριση στην IFN-γ. Δρα μέσω του υποδοχέα CXCR3 που εκφράζεται σε ενεργοποιημένα Τ λεμφοκύτταρα και κύτταρα φυσικούς φονείς (NK cells), προάγοντας τη χημειοτακτική μετανάστευση αυτών των κυττάρων σε περιοχές φλεγμονής. Αποτελώντας δείκτη σηματοδότησης της IFN-γ, η IP-10 διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση των Th1 ανοσολογικών αποκρίσεων, οι οποίες είναι κρίσιμες στην άμυνα έναντι ενδοκυττάριων παθογόνων και νεοπλασματικών κυττάρων.

Στη φυματίωση, παρατηρούνται σταθερά αυξημένα επίπεδα IP-10 σε ασθενείς με ενεργή ή λανθάνουσα λοίμωξη, γεγονός που καθιστά την εξέταση χρήσιμο συμπληρωματικό εργαλείο στις IGRA δοκιμασίες (π.χ. QuantiFERON), ιδίως σε πληθυσμούς με μειωμένη ευαισθησία στις παραδοσιακές μεθόδους, όπως παιδιά ή ανοσοκατεσταλμένοι. Επειδή τα επίπεδα της IP-10 συσχετίζονται συχνά με τη βαρύτητα της νόσου και την ανταπόκριση στη θεραπεία, οι επαναλαμβανόμενες μετρήσεις μπορεί να βοηθήσουν στην εκτίμηση της αποτελεσματικότητας της αγωγής ή στην έγκαιρη ανίχνευση υποτροπής.

Αυξημένες συγκεντρώσεις IP-10 έχουν επίσης καταγραφεί σε ιογενείς λοιμώξεις όπως HIV, ηπατίτιδα B και C και COVID-19, όπου αντανακλούν ενεργό ανοσολογική αντίδραση και πιθανή ιστική βλάβη. Παρομοίως, σε αυτοάνοσα νοσήματα όπως ο ερυθηματώδης λύκος, η σκλήρυνση κατά πλάκας και η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η αυξημένη έκφραση της IP-10 υποδεικνύει τη συμμετοχή της σε χρόνιες φλεγμονώδεις καταστάσεις.

Υψηλά επίπεδα IP-10 υποδηλώνουν συνήθως ενεργή ή χρόνια ανοσολογική απάντηση και συχνά συσχετίζονται με επιδεινούμενη φλεγμονή, προοδευτική νόσο ή ανθεκτικότητα στη θεραπεία. Αντίθετα, μειωμένα ή φυσιολογικά επίπεδα μπορεί να αντανακλούν επιτυχία της θεραπείας, ύφεση της φλεγμονής ή ανάρρωση.

Λόγω της ευαισθησίας της στην ανοσολογική ενεργοποίηση, η μέτρηση της IP-10 αποτελεί σημαντικό εργαλείο στη διάγνωση και την έρευνα, προσφέροντας σημαντικές πληροφορίες για τη δυναμική του ανοσοποιητικού συστήματος και υποστηρίζοντας την εξατομικευμένη ιατρική.

Επιπρόσθετες πληροφορίες
Share it