Ο μοριακός έλεγχος για την Κυστοϊσόσπορα (Cystoisospora belli) χρησιμοποιείται για τη διάγνωση και την εργαστηριακή τεκμηρίωση της κυστοϊσοσπορίασης.
Περισσότερες πληροφορίες
Η Cystoisospora belli, παλαιότερα γνωστή ως Isospora belli, είναι ένα παράσιτο που προκαλεί μια εντερική νόσο γνωστή ως κυστοϊσοσπορίαση. Αυτό το παρασιτικό πρωτόζωο βρίσκεται κυρίως στα επιθηλιακά κύτταρα του λεπτού εντέρου και αναπτύσσεται εντός του κυτταροπλάσματος του κυττάρου.
Η γεωγραφική κατανομή αυτού του παρασίτου είναι κοσμοπολίτικη αλλά εντοπίζεται κυρίως στις τροπικές και υποτροπικές περιοχές. Πολλές περιπτώσεις λοιμώξεων από Cystoisospora belli έχουν αναφερθεί σε ασθενείς με HIV και σε ασθενείς που υποβάλλονται σε ανοσοκατασταλτική θεραπεία για μεταμοσχεύσεις ή σε ασθενείς που υποβάλλονται σε θεραπεία για όγκους. Η Cystoisospora belli ανήκει στην υποκλάση Coccidia, μια υποκλάση μικροσκοπικών, μονοκύτταρων υποχρεωτικώς ενδοκυττάριων παρασίτων που σχηματίζουν σπόρια. Στην υποκλάση Coccidia ταξινομούνται και πιο γνωστά παράσιτα, όπως το Cryptosporidium και το Toxoplasma.
Ο κύκλος ζωής της Cystoisospora belli είναι παρόμοιος με αυτόν του Cryptosporidium, με τη διαφορά ότι οι ωοκύστεις που περνούν στα κόπρανα δεν είναι ώριμες. Έτσι, αμέσως όταν αποβάλλονται στα κόπρανα, οι ωοκύστεις δεν είναι μολυσματικές και δεν μπορεί να συμβεί άμεση μετάδοση μέσω της κόπρανο-στοματικής οδού. Οι ωοκύστεις χρειάζονται μέρες έως εβδομάδες στο περιβάλλον για να ωριμάσουν και επομένως, η άμεση μετάδοση από άτομο σε άτομο είναι εξαιρετικά δύσκολη. Οι ώριμες ωοκύστεις μπορεί να καταναλωθούν με μολυσμένα τρόφιμα ή νερό όπου μέσα στο γαστρεντερικό σωλήνα απελευθερώνουν τα σποροζωίδια. Τα σποροζωίδια εισβάλλουν στα επιθηλιακά κύτταρα του λεπτού εντέρου, αναπαράγονται και ωριμάζουν σε ωοκύστεις, οι οποίες αποβάλλονται στα κόπρανα.
Η μόλυνση προκαλεί οξεία, μη αιματηρή διάρροια με κοιλιακό άλγος, που μπορεί να διαρκέσει για εβδομάδες και να οδηγήσει σε δυσαπορρόφηση και απώλεια βάρους. Σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς, σε βρέφη και παιδιά, η διάρροια μπορεί να είναι σοβαρή. Μπορεί να υπάρχει ηωσινοφιλία.
Η μικροσκοπική επίδειξη στα κόπρανα των μεγάλων, τυπικού σχήματος ωοκύστεων αποτελεί τη βάση της διάγνωσης. Επειδή οι ωοκύστεις μπορεί να αποβάλλονται σε μικρές ποσότητες και όχι συνεχόμενα, συνιστάται ο έλεγχος των κοπράνων σε διαδοχικές ημέρες και με εφαρμογή διαδικασιών συμπύκνωσης των δειγμάτων. Ο μοριακός έλεγχος των κοπράνων για την παρουσία του DNA της Cystoisospora belli χρησιμοποιώντας την τεχνική της PCR πραγματικού χρόνου (RT-PCR), είναι μια γρήγορη, πιο ευαίσθητη και πιο αποτελεσματική μέθοδος για την ανίχνευση του παρασίτου.