Ο μοριακός έλεγχος για το Ureaplasma sp. αποτελεί έναν γρήγορο, ειδικό και ευαίσθητο τρόπο ανίχνευσης του συγκεκριμένου μικροοργανισμού από μια ποικιλία βιολογικών υλικών.
Περισσότερες Πληροφορίες
Το Ουρεάπλασμα όπως και τα μυκοπλάσματα ανήκουν στην τάξη Mollicutes. Το Ureaplasma urealyticum πρόσφατα έχει διαχωριστεί σε δύο είδη, το Ureaplasma parvum και το Ureaplasma urealyticum. Το Ureaplasma urealyticum ανήκει στους κοινούς παθογόνους μικροοργανισμούς που προκαλούν μολύνσεις του ουροποιογεννητικού συστήματος και μπορεί να βρεθεί σε περίπου 60% των σεξουαλικά ενεργών ανθρώπων. Αν και είναι χαμηλής παθογονικότητας, το Ureaplasma urealyticum πιστεύεται ότι σχετίζεται με έναν αριθμό ασθενειών στον άνθρωπο.
Στους άνδρες, το Ουρεάπλασμα μπορεί να προκαλέσει μη ειδική ουρηθρίτιδα, ορχίτιδα και προστατίτιδα. Η λοίμωξη από το Ureaplasma urealyticum μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του ψευδαργύρου (Zn) και του σεληνίου (Se) του σπέρματος και κατά συνέπεια σε μείωση της ποιότητας του. Στις γυναίκες, μπορεί να προκαλέσει τραχηλίτιδα, ενδομητρίτιδα, σαλπιγγίτιδα, μη ειδική ουρηθρίτιδα, χοριοαμνιονίτιδα, θνησιγένεια, πρόωρο τοκετό και κατά την περιγεννητική περίοδο, πνευμονία, βρογχοπνευμονία και μηνιγγίτιδα. Επίσης, μπορεί επίσης να προκαλέσει στένωση των σαλπίγγων και μπορεί να οδηγήσει σε στειρότητα σε σοβαρές περιπτώσεις. Ωστόσο, δεδομένης της σχετικά χαμηλής παθογονικότητας του οργανισμού, ο ρόλος του σε μερικές από αυτές τις ασθένειες παραμένει αμφισβητούμενος. Το Ουρεάπλασμα είναι μια από τις αιτίες της άσηπτης πυουρίας.
Όλα τα Μυκοπλάσματα στερούνται του τοιχώματος πεπτιδογλυκάνης και είναι συνεπώς ανθεκτικά σε όλα τα αντιβιοτικά έναντι του κυτταρικού τοιχώματος όπως τις β-λακτάμες, τη φωσφομυκίνη και τα γλυκοπεπτιδικά αντιβιοτικά. Είναι επίσης ανθεκτικά στη ριφαμπικίνη, στις πολυμυξίνες, στο ναλιδιξικό οξύ, στις σουλφοναμίδες και στην τριμεθοπρίμη.
Τα Ureaplasma sp. είναι γενικά ευαίσθητα στις τετρακυκλίνες, αλλά προσφάτως έχει αναφερθεί και ανθεκτικότητα. Τα Ureaplasma sp. είναι ευαίσθητα στις μακρολίδες και σε ανάλογα αντιβιοτικά εκτός από τις λινκοσαμίδες. Τα ουρεοπλάσματα είναι ενδογενώς ευαίσθητα στις φθοροκινολόνες. Οι νεώτερες φθοροκινολόνες όπως η λεβοφλοξασίνη και η μοξιφλοξασίνη είναι πιο δραστικές in vitro έναντι των μυκοπλασμάτων από ότι οι παλαιότερες, όπως η οφλοξασίνη και η σιπροφλοξασίνη
Στη Διαγνωστική Αθηνών ο έλεγχος για την παρουσία του Ureaplasma urealyticum & Ureaplasma parvum στο ουροποιογεννητικό σύστημα μπορεί να γίνει μεμονωμένα και μόνο για τον συγκεκριμένο μικροοργανισμό ενώ επιπλέον ελέγχονται συνδυαστικά μαζί με άλλους μικροοργανισμούς στις παρακάτω εργαστηριακές εξετάσεις:
Σημαντική Σημείωση
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων αποτελούν την σημαντικότερη παράμετρο για τη διάγνωση και την παρακολούθηση όλων των παθολογικών καταστάσεων. Το 70-80% των διαγνωστικών αποφάσεων βασίζεται στις εργαστηριακές εξετάσεις. Η ορθή ερμηνεία των εργαστηριακών αποτελεσμάτων επιτρέπει στον γιατρό να διακρίνει την "υγεία" από τη "νόσο".
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων δεν πρέπει να ερμηνεύονται ως το αριθμητικό αποτέλεσμα μιας μεμονωμένης ανάλυσης. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων πρέπει να ερμηνεύονται σε σχέση με το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό, τα κλινικά ευρήματα και τα αποτελέσματα άλλων εργαστηριακών εξετάσεων και πληροφοριών. Ο προσωπικός σας γιατρός μπορεί να εξηγήσει τη σημασία των αποτελεσμάτων των εξετάσεων σας.
Στη Διαγνωστική Αθηνών απαντάμε σε κάθε σας απορία σχετικά με τις εξετάσεις που κάνετε στο εργαστήριο μας και επικοινωνούμε με τον γιατρό σας προκειμένου να έχετε την καλύτερη δυνατή ιατρική φροντίδα.