URL path: Αρχική σελίδα // Τεστοστερόνη Σιέλου

Τεστοστερόνη Σιέλου

Η μέτρηση της τεστοστερόνης στο σάλιο χρησιμοποιείται στη διάγνωση και την παρακολούθηση του πρωτοπαθούς και δευτεροπαθούς υπογοναδισμού, σε διαταραχές που προέρχονται από παθολογικές καταστάσεις στους όρχεις ή σε διαταραχές του υποθάλαμου και της υπόφυσης. Επιπλέον, χρησιμοποιείται στη διερεύνηση της ανικανότητας στους άνδρες και στον έλεγχο της υπερτρίχωσης (υπερβολική τριχοφυΐα) και της αρρενοποίησης εξαιτίας όγκων, πολυκυστικών ωοθηκών και αδρενογεννητικών συνδρόμων, στις γυναίκες.

Η μέτρηση της τεστοστερόνης μαζί με την κορτιζόλη στο σάλιο, αποτελούν χρήσιμα εργαστηριακά εργαλεία στην έρευνα του στρες και στην αθλητική ιατρική.

Περισσότερες Πληροφορίες

Η τεστοστερόνη είναι μια αναβολική στεροειδής ορμόνη που συντίθεται από την ανδροστενεδιόνη στα κύτταρα Leydig στους όρχεις και σε μικρότερες ποσότητες στις ωοθήκες. Μικρές ποσότητες τεστοστερόνης παράγονται επίσης από τα επινεφρίδια και στα δύο φύλα. Τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες, ένα τμήμα της συνολικής παραγωγής τεστοστερόνης γίνεται στους περιφερικούς ιστούς με τη μετατροπή των κυκλοφορούντων μορίων DHEA-S, DHEA και ανδροστενεδιόνης. Στους άνδρες αυτή η περιφερική μετατροπή δεν είναι σημαντική, στις γυναίκες όμως μπορεί να αποτελεί μέχρι και το 50% της παραγωγής τεστοστερόνης. Στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, οι ωοθήκες και οι περιφερικοί ιστοί συνεχίζουν να παράγουν τεστοστερόνη και άλλα ανδρογόνα, τα οποία στη συνέχεια χρησιμεύουν ως πρόδρομα μόρια για τη σύνθεση της οιστραδιόλης. Η έκκριση της τεστοστερόνης παρουσιάζει ημερήσιο (κιρκάδιο) ρυθμό, με τα υψηλότερα επίπεδα να παρατηρούνται νωρίς το πρωί και τα χαμηλότερα γύρω στα μεσάνυχτα.

Στους άνδρες, η τεστοστερόνη διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των αναπαραγωγικών ιστών, συμπεριλαμβανομένων των όρχεων και του προστάτη καθώς και στην ανάπτυξη των δευτερογενών φυλετικών χαρακτηριστικών όπως η αύξηση των μυών, της οστικής μάζας και της τριχοφυΐας. Επιπλέον, η τεστοστερόνη είναι απαραίτητη για την υγεία και την ευεξία, την αντοχή, τη σεξουαλική λειτουργία, την υγεία του καρδιαγγειακού και την καλή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος. Οι μετρήσεις της τεστοστερόνης χρησιμοποιούνται συνήθως για την κλινική αξιολόγηση του υπογοναδισμού στους άνδρες και τις καταστάσεις υπερπαραγωγής τεστοστερόνης στις γυναίκες. Τα επίπεδα της τεστοστερόνης μειώνονται σταδιακά με την ηλικία στους άνδρες (ανδρόπαυση). Τα σημεία και τα συμπτώματα της ανδρόπαυσης είναι μη ειδικά και σχετίζονται με την εικόνα της γήρανσης του οργανισμού, όπως η απώλεια μυϊκής μάζας και οστικής πυκνότητας, η μειωμένη σωματική αντοχή, η μειωμένη μνήμη και η μείωση της λίμπιντο.

Στο αίμα, ένα μικρό μόνο ποσοστό που κυμαίνεται από 1 έως 15% (συνήθως 2 – 3%) της τεστοστερόνης βρίσκεται σε μη δεσμευμένη ή βιολογικά ενεργή μορφή. Η υπόλοιπη τεστοστερόνη συνδέεται με τρεις πρωτεΐνες του ορού: τη σφαιρίνη δεσμεύουσα τις φυλετικές ορμόνες – SHBG (44 – 78%), την αλβουμίνη (20 – 54%) και τη σφαιρίνη δεσμεύουσα την κορτιζόλη (μικρή ποσότητα). Μόνον η μη δεσμευμένη (ελεύθερη) τεστοστερόνη έχει βιολογική δράση.

Η μη δεσμευμένη τεστοστερόνη εισέρχεται στο σάλιο με τη βοήθεια ορισμένων ενδοκυτταρικών μηχανισμών. Στο σάλιο, το μεγαλύτερο ποσοστό της τεστοστερόνης δεν είναι δεσμευμένο με πρωτεΐνες. Η μέτρηση της τεστοστερόνης σιέλου έχει μεγάλη κλινική αξία επειδή αντιπροσωπεύει το φιλτραρισμένο και βιολογικά ενεργό κλάσμα της τεστοστερόνης του πλάσματος και επιπλέον η συγκέντρωση τεστοστερόνης στο σάλιο είναι ανεξάρτητη από τον ρυθμό ροής του σάλιου.

Η συσχέτιση των επιπέδων τεστοστερόνης στον ορό και το σάλιο είναι πολύ υψηλή για τους άνδρες και μέτρια για τις γυναίκες, πιθανόν επειδή οι τιμές της τεστοστερόνης στις γυναίκες είναι πολύ χαμηλές και συχνά κοντά στο κατώτερο μετρήσιμο σημείο τόσο για τον προσδιορισμό στον ορό του αίματος, όσο και στο σάλιο.

Οι μετρήσεις των ορμονών στο σάλιο αποτελούν μια άριστη επιλογή, επειδή η συλλογή του δείγματος είναι μη επεμβατική και εύκολη, χωρίς τις πιθανές επιπλοκές και την ταλαιπωρία της αιμοληψίας, ενώ εξασφαλίζεται απόλυτα η ευαισθησία και η ακρίβεια των μετρήσεων.

Share it