URL path: Αρχική σελίδα // Blog // Λοιμώξεις // Καντιντίαση: Συμπτώματα, Αιτίες, Εξετάσεις, Θεραπεία
Blog
Λοιμώξεις

Καντιντίαση: Συμπτώματα, Αιτίες, Εξετάσεις, Θεραπεία

Η Candida αποτελεί ένα γένος μυκήτων που περιλαμβάνει περισσότερα από 150 είδη, εκ των οποίων τα πιο γνωστά παθογόνα είναι η Candida albicans, η Candida glabrata, η Candida tropicalis, και η Candida parapsilosis. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, μικρές ποσότητες Candida απαντώνται στο δέρμα, στον γαστρεντερικό σωλήνα, στον κόλπο και στο στόμα, χωρίς να προκαλούν προβλήματα. Ωστόσο, όταν διαταράσσεται η ισορροπία της μικροβιακής χλωρίδας ή μειώνεται η ανοσολογική άμυνα του οργανισμού, η Candida μπορεί να αναπτυχθεί υπερβολικά και να προκαλέσει λοίμωξη γνωστή ως καντιντίαση.

Οι λοιμώξεις από Candida εκτείνονται από επιφανειακές μορφές, όπως η στοματική ή η κολπική καντιντίαση, έως και πιο σοβαρές και συστηματικές καταστάσεις, όπως η διεισδυτική ή αιματογενής καντιντίαση, που μπορεί να αποβεί μοιραία εάν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως. Η διάγνωση και η κατανόηση των υποκείμενων αιτιών είναι καθοριστικής σημασίας για την επιτυχή διαχείριση της νόσου, ειδικά στα πλαίσια της Λειτουργικής Ιατρικής, όπου η διερεύνηση δεν περιορίζεται απλώς στα συμπτώματα, αλλά εστιάζει σε βαθύτερους βιολογικούς μηχανισμούς και αλληλεπιδράσεις.

Η Διαγνωστική Αθηνών, μέσω εξειδικευμένων εξετάσεων Λειτουργικής Ιατρικής, παρέχει τα εργαλεία για την ενδελεχή αξιολόγηση της υγείας του μικροβιώματος του οργανισμού και της μεταβολικής ισορροπίας, προσφέροντας εξατομικευμένη προσέγγιση στη διαχείριση μυκητιασικών φορτίων.

Επιδημιολογικά Δεδομένα Καντιντίασης

Η Candida albicans είναι το συχνότερο αίτιο μυκητιασικών λοιμώξεων στον άνθρωπο, ευθυνόμενο για περίπου το 70% των περιπτώσεων καντιντίασης. Οι λοιμώξεις από Candida ποικίλουν από ήπιες έως απειλητικές για τη ζωή, ανάλογα με την εντόπιση, το είδος του μικροοργανισμού και την κατάσταση του ανοσοποιητικού συστήματος του ξενιστή. Σύμφωνα με παγκόσμια επιδημιολογικά δεδομένα:

  • Περίπου το 75% των γυναικών θα εμφανίσουν τουλάχιστον ένα επεισόδιο κολπικής καντιντίασης κατά τη διάρκεια της ζωής τους.
  • Στο 5-10% αυτών, η καντιντίαση θα είναι υποτροπιάζουσα (≥ 4 επεισόδια ετησίως).
  • Η στοματική καντιντίαση παρατηρείται συχνότερα σε βρέφη, ηλικιωμένους και ανοσοκατεσταλμένα άτομα.
  • Οι συστηματικές λοιμώξεις Candida καταγράφονται συχνά σε μονάδες εντατικής θεραπείας και σε ασθενείς με καρκίνο, μεταμοσχεύσεις ή HIV/AIDS.

Στην Ελλάδα, τα δεδομένα είναι περιορισμένα, ωστόσο μελέτες από μεγάλα νοσοκομεία δείχνουν ότι η Candida albicans εξακολουθεί να είναι το κυρίαρχο είδος, ενώ αυξάνονται οι λοιμώξεις από είδη μη-albicans, ιδιαίτερα σε ασθενείς με ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις. Η αυξημένη χρήση αντιβιοτικών, ανοσοκατασταλτικών και ενδοφλέβιων καθετήρων σχετίζεται με αυτή την αύξηση. Η ανάπτυξη ανθεκτικών στελεχών, όπως της Candida auris, αποτελεί σοβαρό πρόβλημα δημόσιας υγείας διεθνώς, λόγω της δυσκολίας στην ταυτοποίηση και της αντοχής σε πολλαπλές αντιμυκητιασικές ουσίες.

Συμπτώματα και Σημεία Καντιντίασης

Η παρουσία Candida στον ανθρώπινο οργανισμό δεν συνεπάγεται απαραίτητα νόσο. Ωστόσο, όταν αναπτυχθεί υπερβολικά, μπορεί να προκαλέσει ευρεία γκάμα συμπτωμάτων, ανάλογα με την περιοχή προσβολής και τη γενική κατάσταση του οργανισμού. Οι εκδηλώσεις της καντιντίασης διακρίνονται σε επιφανειακές και συστηματικές.

Στοματική Καντιντίαση

  • Συμπτώματα: Επώδυνες λευκές πλάκες στο εσωτερικό των παρειών, στη γλώσσα ή στον φάρυγγα, με πιθανή αίσθηση καύσου, δυσκολία στην κατάποση ή απώλεια γεύσης.
  • Ποιοι κινδυνεύουν: Βρέφη, ηλικιωμένοι, άτομα με οδοντοστοιχίες, χρήση εισπνεόμενων κορτικοστεροειδών, σακχαρώδης διαβήτης, ανοσοκαταστολή.

Κολπική Καντιντίαση

  • Συμπτώματα: Κνησμός, ερυθρότητα, πόνος ή κάψιμο κατά τη σεξουαλική επαφή ή την ούρηση, έκκριση με παχύρρευστη λευκή υφή (τύπου "κομμένο γάλα").
  • Υποτροπιάζουσα μορφή: ≥ 4 επεισόδια εντός 12 μηνών, συχνά χωρίς σαφή εκλυτικό αίτιο.

Δερματική Καντιντίαση

  • Συμπτώματα: Ερυθρές, υγρές βλάβες με λευκωπές πλάκες και περιφερειακή απολέπιση. Τυπικά εντοπίζεται σε πτυχώσεις όπως μεσοδακτύλια, μασχαλιαία ή υπομαστική περιοχή.
  • Επιβαρυντικοί παράγοντες: Παχυσαρκία, αυξημένη εφίδρωση, κακή υγιεινή ή χρήση αντιβιοτικών.

Καντιντίαση γεννητικών οργάνων στους άνδρες

  • Συμπτώματα: Ερυθρότητα, κνησμός ή ερεθισμός στη βάλανο και την ακροποσθία, με ή χωρίς έκκριμα. Συχνά μετά από σεξουαλική επαφή με γυναίκα με κολπική καντιντίαση.

Καντιντίαση Γαστρεντερικού

  • Συμπτώματα: Φούσκωμα, αέρια, διαλείπουσες διάρροιες ή δυσκοιλιότητα, αίσθημα ατελούς πέψης, επιθυμία για υδατάνθρακες ή ζάχαρη.
  • Πρόκειται για μια λιγότερο μελετημένη μορφή, ωστόσο στο πλαίσιο της λειτουργικής ιατρικής έχει αποκτήσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Συστηματική Καντιντίαση (διεισδυτική ή αιματογενής)

  • Συμπτώματα: Πυρετός που δεν υποχωρεί με αντιβιοτικά, υπόταση, αναπνευστική δυσχέρεια, διαταραχές επιπέδου συνείδησης. Μπορεί να προσβληθούν πνεύμονες, ήπαρ, σπλήνας, εγκέφαλος.
  • Αφορά κυρίως: Νοσηλευόμενους σε ΜΕΘ, μεταμοσχευμένους, καρκινοπαθείς, ασθενείς με ουδετεροπενία ή παρατεταμένη αντιβιοτική θεραπεία.

Μη ειδικά και υποξεία συμπτώματα (σε χρόνια υπερανάπτυξη Candida)

  • Χρόνια κόπωση, εγκεφαλική "ομίχλη", κακή συγκέντρωση
  • Διαταραχές διάθεσης ή ύπνου
  • Δερματικά προβλήματα (ακμή, εκζέματα, αλλεργίες)
  • Δυσανεξίες σε τρόφιμα ή αλκοόλ

Τα μη ειδικά συμπτώματα είναι συχνά δύσκολο να αποδοθούν απευθείας στην Candida χωρίς ενδελεχή εργαστηριακή διερεύνηση.

Βαθύτερες Αιτίες Καντιντίασης

Η υπερανάπτυξη της Candida δεν είναι τυχαίο φαινόμενο, αλλά αποτέλεσμα διαταραχών στο περιβάλλον του οργανισμού που κανονικά θα περιόριζε τη δράση της. Η Λειτουργική Ιατρική, εστιάζοντας στις υποκείμενες αιτίες και όχι μόνο στα συμπτώματα, βοηθά στην αποκατάσταση της εσωτερικής ισορροπίας που επιτρέπει στην Candida να κυριαρχήσει. Οι παρακάτω παράγοντες συμβάλλουν στην παθογένεση ή/και στην υποτροπή της καντιντίασης:

1. Δυσβίωση του εντερικού μικροβιώματος
Το φυσιολογικό εντερικό μικροβίωμα περιορίζει την ανάπτυξη της Candida μέσω ανταγωνισμού για θρεπτικά συστατικά και παραγωγής αντιμυκητιασικών ουσιών. Η λήψη αντιβιοτικών ευρέος φάσματος, διατροφή φτωχή σε φυτικές ίνες ή πλούσια σε σάκχαρα, και το χρόνιο στρες μπορούν να προκαλέσουν ανισορροπία στο μικροβίωμα, επιτρέποντας την υπερανάπτυξη της Candida.

2. Υψηλή πρόσληψη σακχάρων και απλών υδατανθράκων
Η Candida χρησιμοποιεί τη γλυκόζη ως κύρια πηγή ενέργειας. Δίαιτες με αυξημένη κατανάλωση ζάχαρης, γλυκαντικών και εξευγενισμένων υδατανθράκων δημιουργούν ιδανικό υπόστρωμα για την ταχεία ανάπτυξη του μύκητα στο έντερο και σε βλεννογόνους.

3. Καταστολή του ανοσοποιητικού συστήματος
Η ανοσοκαταστολή είτε λόγω νόσου (π.χ. HIV, καρκίνος) είτε φαρμακευτικά επαγόμενη (κορτικοστεροειδή, ανοσοκατασταλτικά) μειώνει την ικανότητα του οργανισμού να ελέγχει την Candida. Επιπλέον, η χρόνια στέρηση ύπνου, το στρες και η κακή θρέψη επηρεάζουν αρνητικά τη λειτουργία του ανοσοποιητικού.

4. Ορμονικές διαταραχές
Οι μεταβολές στα επίπεδα οιστρογόνων, όπως κατά την εγκυμοσύνη, τη λήψη αντισυλληπτικών ή τη θεραπεία υποκατάστασης, έχουν συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης κολπικής καντιντίασης. Τα οιστρογόνα επηρεάζουν την ισορροπία του pH και τη σύνθεση του κολπικού επιθηλίου, ενισχύοντας τη φιλόξενη δράση προς την Candida.

5. Χρόνια φλεγμονή και αυξημένη εντερική διαπερατότητα ("leaky gut")
Η Candida μπορεί να συμβάλει στην αύξηση της διαπερατότητας του εντερικού τοιχώματος, επιτρέποντας τη διείσδυση τοξινών και αλλεργιογόνων στην κυκλοφορία. Η κατάσταση αυτή ενισχύει τη φλεγμονώδη απόκριση και σχετίζεται με πληθώρα χρόνιων καταστάσεων όπως σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, αυτοάνοσα νοσήματα και δερματικά προβλήματα.

6. Περιβαλλοντικοί και χημικοί επιβαρυντικοί παράγοντες
Η συσσώρευση βαρέων μετάλλων (ιδίως υδραργύρου και καδμίου), η έκθεση σε τοξίνες από μούχλες του περιβάλλοντος, εντομοκτόνα ή ενδοκρινικούς διαταράκτες μπορεί να καταστείλει τη δράση του ανοσοποιητικού και να ενισχύσει την ευαλωτότητα στον αποικισμό από Candida.

Εργαστηριακές Εξετάσεις για τη Διερεύνηση της Καντιντίασης

Η διαγνωστική προσέγγιση της καντιντίασης δεν βασίζεται αποκλειστικά στα συμπτώματα. Η εργαστηριακή τεκμηρίωση αποτελεί κρίσιμο βήμα για την εξατομικευμένη αντιμετώπιση της νόσου, ειδικά όταν η Candida ενδέχεται να υποκρύπτεται πίσω από χρόνια ή υποτροπιάζοντα προβλήματα. 

(α) Συμβατικές Εργαστηριακές Εξετάσεις
Οι συμβατικές εξετάσεις χρησιμοποιούνται ευρέως στην πρωτοβάθμια ή νοσοκομειακή περίθαλψη. Περιλαμβάνουν:

  • Καλλιέργεια κοπράνων: Επιτρέπει την απομόνωση ειδών Candida που βρίσκονται στο έντερο. Παρότι χρήσιμη σε οξείες περιπτώσεις, παρουσιάζει περιορισμένη ευαισθησία σε χρόνιες υποκλινικές μορφές.
  • Καλλιέργεια επιχρίσματος (στοματικό, κολπικό, δερματικό): Αποτελεί βασική μέθοδο επιβεβαίωσης τοπικών λοιμώξεων, με δυνατότητα προσδιορισμού του είδους του μύκητα.
  • Έλεγχος β-D-Γλυκάνης: Μοριακή μέθοδος που ανιχνεύει αντιγόνα του κυτταρικού τοιχώματος των μυκήτων στην κυκλοφορία. Χρήσιμη κυρίως για τη διάγνωση συστηματικής μυκητίασης.
  • Γενική αίματος, CRP και δείκτες φλεγμονής: Μη ειδικοί αλλά απαραίτητοι για την εκτίμηση της γενικής κατάστασης του ασθενούς, ιδίως σε περιπτώσεις εμπύρετης νόσου ή υποψίας σήψης.

(β) Εξετάσεις Λειτουργικής Ιατρικής
Οι εξετάσεις Λειτουργικής Ιατρικής στοχεύουν στην εκτίμηση του οργανισμού ως ενιαίου βιολογικού συστήματος. Είναι ιδιαίτερα χρήσιμες σε χρόνιες, υποτροπιάζουσες ή μη ειδικές περιπτώσεις Candida. Ειδικότερα:

  • Έλεγχος του Εντερικού Μικροβιώματος με το EnteroScan®: Αποτελεί αναλυτική μελέτη της βακτηριακού και μυκητιασικού μικροβιώματος, της παρουσίας ζυμομυκήτων (όπως η Candida), φλεγμονής, υπολειμμάτων πέψης και παθογόνων μικροβίων μέσω εξετάσεων κοπράνων.
  • MetaBolomiX® Οργανικά Οξέα Ούρων: Μέσω της ανάλυσης συγκεκριμένων μεταβολιτών (όπως η αραβινόζη), μπορεί να ανιχνευθεί έμμεσα η παρουσία Candida. Παράλληλα, αξιολογούνται η μεταβολική λειτουργία, η εντερική υγεία και η μιτοχονδριακή απόδοση. Διατίθεται επίσης ο έλεγχος D-Αραβινιτόλη Ούρων.
  • Ορολογικός Έλεγχος Candida (IgG/IgA/IgM): Ορολογική μέθοδος ανίχνευσης αντισωμάτων έναντι της Candida. Οι αυξημένες τιμές IgG μπορεί να δείχνουν παλαιότερη έκθεση, ενώ η παρουσία IgA ή IgM υποδεικνύει πιθανή ενεργή λοίμωξη ή πρόσφατη επαφή με το παθογόνο.
  • Έλεγχος Διαπερατότητας Εντέρου: Χρησιμοποιείται για την εκτίμηση του βαθμού "διαρροής" του εντερικού τοιχώματος. Η αυξημένη εντερική διαπερατότητα αποτελεί συνήθως αποτέλεσμα μακροχρόνιας υπερανάπτυξης της Candida.
  • TrophoScan® Έλεγχος Τροφικών Δυσανεξιών τύπου IgG: Αναγνωρίζει πιθανές καθυστερημένου τύπου αντιδράσεις σε τροφές που μπορεί να ευνοούν τη φλεγμονή και να συντηρούν το φαινόμενο της υπερανάπτυξης μυκήτων.
  • ImmuneScan® Έλεγχος Ανοσοποιητικού: Εξετάζεται η λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, ιδίως σε άτομα με υποτροπιάζουσες λοιμώξεις. Περιλαμβάνει προσδιορισμό κυτταρικών υποπληθυσμών και επιπέδων ανοσοσφαιρινών.
  • Έλεγχος SIBO (Small Intestinal Bacterial Overgrowth): Παρότι αφορά τη βακτηριακή υπερανάπτυξη, σχετίζεται στενά με την ανάπτυξη της Candida, καθώς συχνά συνυπάρχουν. Η ζύμωση σακχάρων από τα μικρόβια στο λεπτό έντερο παράγει αέρια που ανιχνεύονται μέσω εκπνοής.

(γ) Άλλες Εξετάσεις

  • Υπέρηχος άνω κοιλίας: Χρησιμοποιείται για την ανίχνευση πιθανών αποστημάτων ή οργανικών βλαβών σε υποψία συστηματικής καντιντίασης.
  • Αξονική ή Μαγνητική Τομογραφία: Συνιστάται όταν υπάρχει εντοπισμός λοίμωξης σε εν τω βάθει ιστούς ή όργανα (π.χ. εγκέφαλος, ήπαρ).
Θεραπευτικές Προσεγγίσεις για την Καντιντίαση

Η θεραπεία της καντιντίασης εξαρτάται από την εντόπιση, τη βαρύτητα της νόσου και την παρουσία ή όχι υποκείμενων διαταραχών. Η πλήρης προσέγγιση περιλαμβάνει τόσο φαρμακευτική αγωγή όσο και παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής και τη διατροφή, ιδίως στις χρόνιες ή υποτροπιάζουσες μορφές.

(α) Συμβατικές Θεραπείες

  • Νυστατίνη (Nystatin): Τοπικό ή από του στόματος φάρμακο, κυρίως για ήπιες εντερικές ή στοματικές λοιμώξεις. Δεν απορροφάται από το έντερο.
  • Φλουκοναζόλη (Fluconazole): Συχνά χορηγούμενη θεραπεία για στοματική, κολπική και συστηματική καντιντίαση. Μπορεί να απαιτείται συνεχόμενη λήψη 7–14 ημερών. Σε χρόνιες περιπτώσεις εφαρμόζεται περιοδική αγωγή.
  • Ιτρακοναζόλη, Βορικοναζόλη: Χρησιμοποιούνται σε πιο σοβαρές ή ανθεκτικές μορφές της νόσου.
  • Αμφοτερικίνη Β: Ισχυρό αντιμυκητιασικό για σοβαρές συστηματικές λοιμώξεις, συχνά χορηγείται ενδοφλεβίως. Έχει υψηλή τοξικότητα, κυρίως νεφρική.
  • Τοπική φροντίδα: Αντισηπτικά στόματος, προβιοτικές πλύσεις, χρήση άνετων (όχι εφαρμοστών) ρούχων και σωστή υγιεινή σε περιπτώσεις δερματικής ή κολπικής καντιντίασης.
  • Αντιμετώπιση υποκείμενων παραγόντων: Ρύθμιση σακχαρώδους διαβήτη, διακοπή αντιβιοτικών όταν είναι εφικτό, έλεγχος ορμονικών παραμέτρων.

Η φαρμακευτική θεραπεία είναι αποτελεσματική για την καταστολή του μυκήτα, όμως δεν αντιμετωπίζει τις βαθύτερες αιτίες που τον ευνοούν. Για αυτόν τον λόγο απαιτείται ολοκληρωμένη προσέγγιση.

(β) Φυσικές Θεραπείες

Οι φυσικές θεραπείες στοχεύουν στην επαναφορά της μικροβιακής ισορροπίας και στην αποδυνάμωση του εδάφους που ευνοεί την υπερανάπτυξη της Candida. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη διατροφή, την αποτοξίνωση, τη χρήση φυτικών σκευασμάτων και την υποστήριξη του ανοσοποιητικού.

Διατροφή: Η ειδική διατροφή έναντι της Candida βασίζεται στην εξάλειψη των τροφών που ευνοούν την ανάπτυξη του μύκητα και στην αύξηση εκείνων που περιορίζουν την ανάπτυξή του.

  • Αποκλεισμός: Ζάχαρη, εξευγενισμένα άλευρα, λευκό ρύζι, επεξεργασμένοι χυμοί, αλκοόλ, μαγιά, μανιτάρια και βιομηχανικά σκευάσματα.
  • Ενίσχυση: Πρωτεΐνες καλής ποιότητας, πράσινα φυλλώδη λαχανικά, αντιμικροβιακά τρόφιμα (σκόρδο, κρεμμύδι, τζίντζερ), λιναρόσπορος, λάδι καρύδας (περιέχει καπρυλικό οξύ), καλή ενυδάτωση.
  • Διάρκεια: Η δίαιτα εφαρμόζεται αυστηρά για 4–6 εβδομάδες, και σταδιακά επανεισάγονται κάποια τρόφιμα υπό παρακολούθηση.

Τρόπος ζωής: Η χρόνια καταπόνηση του ανοσοποιητικού ενισχύει την ανάπτυξη της Candida. Συνεπώς, συνιστάται:

  • Επαρκής ύπνος και ανάπαυση: Τουλάχιστον 7–8 ώρες.
  • Καθημερινή άσκηση: Βοηθά στην αποτοξίνωση και ρύθμιση του εντέρου.
  • Διαχείριση στρες: Μέσω mindfulness, διαλογισμού, γιόγκα ή ψυχολογικής υποστήριξης.

Συμπληρώματα και Φυτικά Σκευάσματα

  • Προβιοτικά: Περιέχουν στελέχη Lactobacillus και Bifidobacterium, που ανταγωνίζονται την Candida. Λαμβάνονται 1–2 φορές ημερησίως, ιδανικά 30 λεπτά πριν το φαγητό. Η δοσολογία κυμαίνεται στα 10–50 δισεκατομμύρια CFU ημερησίως.
  • Καπρυλικό οξύ: Λιπαρό οξύ από καρύδα με ισχυρή αντιμυκητιασική δράση. Δοσολογία 500–1000 mg, 2–3 φορές την ημέρα, με γεύμα. Αντενδείκνυται σε άτομα με ηπατικά προβλήματα.
  • Εκχύλισμα σπόρων γκρέιπφρουτ: Ισχυρό φυσικό αντιμυκητιασικό. Συχνά λαμβάνεται σε σταγόνες (10–15 σε νερό, 2–3 φορές/ημέρα).
  • Αντιμυκητιασικά βότανα: Ρίγανη (αιθέριο έλαιο), θυμάρι, pau d’arco, κανέλα. Η ρίγανη π.χ. έχει τεκμηριωμένη δράση κατά της Candida αλλά απαιτεί προσοχή σε δοσολογία (1–2 σταγόνες διαλυμένες σε λάδι, όχι απευθείας στο στόμα).
  • Σκόρδο (Αλλισίνη): Φυσικό αντιμυκητιασικό και αντιβιοτικό. Χρησιμοποιείται ωμό ή σε συμπλήρωμα.
  • Καθαριστικά εντέρου και δεσμευτικά: Π.χ. ενεργός άνθρακας ή bentonite clay, που δεσμεύουν τις τοξίνες από τη διάσπαση της Candida και μειώνουν τη δυσανεξία κατά την έναρξη θεραπείας (γνωστή ως αντίδραση Herxheimer).
Βιβλιογραφία
  1. Pappas, P. G., Kauffman, C. A., Andes, D. R., et al. (2023). Clinical Practice Guideline for the Management of Candidiasis: 2023 Update by the Infectious Diseases Society of America. Clinical Infectious Diseases, 76(1), e1–e50.
  2. Bertuccio, F. R., Baio, N., Montini, S., et al. (2025). Pulmonary Infiltrates in a Non-Cystic Fibrosis Bronchiectasis Patient: A Case Report. Journal of Clinical Medicine, 14(16), 5914.
  3. Zhang, Y., Ma, Y., Yue, R., et al. (2025). Meningitis caused by Aspergillus fumigatus: A case report. BMC Infectious Diseases, 25(1), 457.
  4. Jo, H. J., Kim, M. J., Lee, H. A., et al. (2025). Detection of Fusarium solani using cutinase antibody and its application in diagnosing fungal keratitis in an animal model. PLOS ONE, 20(8), e0330455.
  5. Copeland, D. C., Mott, B. M., Kortenkamp, O. L., et al. (2025). Image-based honey bee larval viral and bacterial diagnosis using machine learning. Scientific Reports, 15, 16261.
  6. Chen, M. H., Cai, Z., Cui, W., et al. (2025). Rhizopus arrhizus Causing Scalp Mucormycosis in a Young Type 1 Diabetic Patient. Mycopathologia, 190(2), 124–131.
  7. Ghosal, D., Sarkar, R., Tikadar, P., et al. (2025). Molecular characterization of pectin lyase and endopolygalacturonase from Fusarium commune. Physiological and Molecular Plant Pathology, 122, 102159.
  8. Chen, Y., Wu, X., Xu, C., et al. (2025). Pathogen virulence genes: Advances and challenges. International Journal of Molecular Medicine, 56(3), 5614.
  9. Amerson-Brown, M. H. (2025). Identifying the complexities of clinical diagnostics for vaginal infections. Microbiology Spectrum, 13(4), e00251-25.
  10. Rafałowicz, J., Wagner, L. (2025). Lesions on the tongue after SARS-CoV-2 infection: A retrospective study. Dental and Medical Problems, 62(2), 117–125.
Share it